Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2012

ΔΕΚΕΜΒΡΗΣ 1944: Μια από τις κορυφαίες στιγμές της ταξικής πάλης στην Ελλάδα


 


Την Κυριακή στις 3 του Δεκέμβρη 1944, ένα παλλαϊκό συλλαλητήριο του λαού της Αθήνας και του Πειραιά στην πλατεία Συντάγματος χτυπήθηκε με τα όπλα από τον τότε αστικό πολιτικό κόσμο και τους Αγγλους ιμπεριαλιστές συμμάχους του.
Την ίδια μέρα, ο «Ριζοσπάστης» στην πρώτη σελίδα του είχε το σύνθημα: «Ολοι σήμερα στις 11 στο συλλαλητήριο του ΕΑΜ στο Σύνταγμα - Κάτω η κυβέρνηση του εμφυλίου πολέμου». Ενώ στη δεύτερη σελίδα του είχε τίτλο: «Ο παγκόσμιος Τύπος διαπιστώνει: Αποθρασυμένη η αντίδραση θέλει να επιβάλει με τη βία την εξουσία της».
Ετσι, λοιπόν, στις 3 του Δεκέμβρη του 1944, οι αστικές πολιτικές δυνάμεις, χρησιμοποιώντας τον ίδιο ένοπλο μηχανισμό (Αστυνομία, Τάγματα Ασφαλείας κ.λπ.), που στήριξε τη γερμανική κατοχή, άλλα δικά της ένοπλα τμήματα, όπως η Ορεινή Ταξιαρχία και ο Ιερός Λόχος, αλλά και ένοπλα τμήματα των Αγγλων, τους οποίους είχαν καλέσει ακριβώς γιατί χωρίς αυτούς δεν μπορούσαν να επιβάλουν την κυριαρχία τους στο λαό, επιδίωξαν να τσακίσουν το οργανωμένο λαϊκοαπελευθερωτικό κίνημα και την εμπροσθοφυλακή του, το ΚΚΕ και το ΕΑΜ, αλλά και τον ΕΛΑΣ.
Ο ηρωικός Δεκέμβρης του λαού γίνεται αντικείμενο αντικομμουνιστικής προπαγάνδας διαστρέβλωσης και αμαύρωσης της Ιστορίας του λαού μας από όψιμους δημοσιολόγους, καθηγητές δήθεν ιστορικούς, που την επιστήμη τους την ατιμάζουν, ερμηνεύοντας τα γεγονότα από τη σκοπιά του κεφαλαίου και του αστικού πολιτικού κόσμου, που επίσης ατίμασε το λαό, παραδίδοντάς τον στους Γερμανούς κατακτητές στα 1941, και υπηρετώντας τους κατακτητές με κάθε τρόπο, ακόμη και σφάζοντας, δολοφονώντας, ή στέλνοντας στο εκτελεστικό απόσπασμα λαϊκές δυνάμεις που αντιστέκονταν και οργάνωναν τον απελευθερωτικό αγώνα. Τα αστικά επιτελεία νομίζουν πως έτσι θα ξεκάνουν από τη λαϊκή μνήμη μια λαμπρή στιγμή ανυπόταχτης απόφασης του λαού. Είναι γελασμένοι. Ο,τι και αν πασχίζουν, η ίδια η Ιστορία είναι ενάντιά τους. Γιατί, είναι οι λαοί που από την ιστορία τους διδάσκονται πως, μπροστά στην υποταγή τους, μονόδρομος είναι η πάλη με όλα τα μέσα ενάντια στους κυρίαρχους. Αυτό φοβούνται οι αστοί, γι' αυτό επιστρατεύουν τους διάφορους σε διατεταγμένη υπηρεσία, αντιστόρητους. `Η να το πούμε πιο σωστά. Την πραγματική Iστορία τη γράφουν οι λαοί με τη δράση τους. Και οι αστοί φοβούνται τους λαούς, γι' αυτό πασχίζουν με τους δικούς τους επιστήμονες, διαστρεβλώνοντας την Ιστορία, ιδιαίτερα μετά την αντεπανάσταση, να τους κρατούν υποταγμένους. Αλλά θα 'ρθει η ώρα να το πληρώσουν. Ηδη το σύστημά τους είναι ιστορικά ξεπερασμένο. Ο «νεκροθάφτης» τους, η εργατική τάξη, που οι ίδιοι δημιούργησαν, θα τους στείλει αργά ή γρήγορα εκεί που ανήκουν. Στο παρελθόν της Ιστορίας της ανθρωπότητας.
Ο Δεκέμβρης του '44 αποτελεί μια από τις μεγάλες ηρωικές στιγμές του λαϊκού κινήματος. Η μνήμη, η πείρα που αποκτάμε είναι μια υπόσχεση για τη νίκη και σήμερα. Το έγραψε και ο κομμουνιστής ποιητής Γιάννης Ρίτσος σε ένα ποίημά του:
«Θα την φτιάξουμε πάλι την Αθήνα μας, έλα λοιπόν μην κάνεις έτσι.
Θα την πάρουμε. Θα χτίσουμε τη σοσιαλιστική Αθήνα.
Σκούπισε τα μάτια σου και κείνα τα γράμματα θα τα γράψουμε.
Ναι τ' ορκιζόμαστε, μπάρμπα Στάθη
Κόκκινα, κατακόκκινα, ναι, στη βρυσούλα σου και σ' όλες τις μάντρες, σ' όλους τους τοίχους, σ' όλο τον ουρανό ΚΚΕ, ΚΚΕ.
Σκούπισε τα μάτια σου.
ΚΚΕ.
Τ' ορκιζόμαστε».
Το Δεκέμβρη του '44, ο λαός της Αθήνας αντιμετώπισε σε άνισο αγώνα την ενωμένη δύναμη των εγγλέζικων στρατευμάτων και των ντόπιων στρατιωτικών και ένοπλων αστικών δυνάμεων, τάγματα ασφαλείας, ορεινή ταξιαρχία, Χίτες, αστυνομία και άλλες ομάδες συνεργατών των Γερμανών που εξόπλισαν οι αστικές δυνάμεις και οι Εγγλέζοι. Και τότε ο λαός, ανάμεσα στις αλυσίδες και στα όπλα, διάλεξε τα όπλα. Γι' αυτό, όσα και αν γραφτούν εναντίον του Δεκέμβρη, θα μείνει ζωντανό το πύρινο σύνθημα του πανό που κρατούν οι μαυροφορεμένες κοπέλες της ιστορικής φωτογραφίας: «Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας, διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα».


Τα γεγονότα και πώς εξελίχθηκαν
 
Στις 12 του Οκτώβρη 1944 απελευθερώθηκε η Αθήνα από το γερμανικό ιμπεριαλιστικό ζυγό. Είχε προϋπάρξει, βεβαίως, συμφωνία Αγγλων - Γερμανών με την ήττα και την υποχώρηση των τελευταίων να μη χτυπηθούν οι δυνάμεις τους. Προσέβλεπαν στο να αποτελέσουν ένα επιπλέον εμπόδιο κατά την υποχώρησή τους στην προέλαση του Κόκκινου Στρατού, που απελευθέρωνε τα Βαλκάνια και την Ευρώπη, αλλά τους χρειαζόταν, όπως αποδείχτηκε μετά το 1945, ως εφεδρεία για τη διαμόρφωση της παγκόσμιας μεταπολεμικής εξέλιξης.
Στις 30 του Οκτώβρη, ο ΕΛΑΣ απελευθέρωσε τη Θεσσαλονίκη, ενώ στις 3 του Νοέμβρη 1944, τα τελευταία χιτλερικά τμήματα εγκατέλειψαν οριστικά την Ελλάδα.
Στις 18 του Οκτώβρη είχε φτάσει στην Αθήνα η αστική κυβέρνηση που ονομάστηκε «κυβέρνηση εθνικής ενότητας» (συμμετείχαν ως υπουργοί και στελέχη του ΚΚΕ και του ΕΑΜ), συνοδευόμενη από τον Βρετανό στρατηγό Σκόμπι. Ο πρωθυπουργός, Γ. Παπανδρέου, στο λόγο που εκφώνησε κατά την άφιξή του μίλησε για «λαοκρατία», ενώ ο ίδιος είχε ζητήσει επίμονα από τον Τσόρτσιλ να «αποστείλει επιβλητικές δυνάμεις» στην Ελλάδα «διότι τα πολιτικά μέσα διά την αντιμετώπισιν της κρισίμου καταστάσεως δεν ήσαν πλέον επαρκή».
Η κρίσιμη ώρα έφτανε, για να ξεκαθαρίσει το ανοιχτό, άλυτο ζήτημα, που όμως ήταν το κυρίαρχο μετά την απελευθέρωση. Το ζήτημα της εξουσίας. Ποια τάξη θα κυριαρχούσε; Οι κεφαλαιοκράτες, ή η εργατική τάξη με τους συμμάχους της, ο λαός, που απελευθέρωσε την Ελλάδα από την ξένη ιμπεριαλιστική κατοχή; Θα άφηναν το λαό να ανοίξει το δρόμο για τη δική του εξουσία καταργώντας τους εκμεταλλευτές, να γίνει αφέντης στον τόπο του, οικοδομώντας τη δική του κοινωνία ή θα τσάκιζαν με κάθε τρόπο και με την ένοπλη βία το κίνημά του;
Ο συσχετισμός των δυνάμεων έως την απελευθέρωση ήταν υπέρ του λαού και σε βάρος της άρχουσας τάξης. Το ΕΑΜ συσπείρωνε τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού που αγωνιζόταν κατά της Κατοχής, αλλά και προσβλέποντας σε καλύτερες μέρες μετά την απελευθέρωση. Οι απλοί άνθρωποι του μόχθου δεν έδιναν τη ζωή τους για την απελευθέρωση από το γερμανικό ιμπεριαλιστικό ζυγό, για να επανέλθει ο τόπος σε χρόνια σαν της 4ης Αυγούστου (1936 - 1941, δικτατορία Μεταξά), ούτε και στα χρόνια πριν απ' αυτήν, που ο λαός γνώρισε απίστευτες στερήσεις, περιπέτειες, εξαθλίωση. Αλλά και η αστική τάξη δεν ήταν διατεθειμένη να εγκαταλείψει την εξουσία.

Η αναπόφευκτη σύγκρουση

Το ΕΑΜ ήταν δημιούργημα του λαού. Στάθηκε δίπλα του στις πιο δύσκολες συνθήκες. Οργάνωσε τη μαζική ένοπλη πάλη του, τον έσωσε από την πείνα, έβγαλε πλατιές μάζες από την πολιτική καθυστέρηση, δημιούργησε φύτρα λαϊκής εξουσίας στα εδάφη της Ελεύθερης Ελλάδας. Αυτό φοβόταν και η ντόπια πλουτοκρατία.
Στον εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο ηγήθηκε η εργατική τάξη με καθοδηγητή το Κόμμα της, το ΚΚΕ, με τους συμμάχους της. Είχαν δημιουργηθεί προϋποθέσεις να χάσει τη στρατηγική μάχη η άρχουσα τάξη.
Και στη μεταπελευθερωτική πορεία της Ελλάδας αυτό το γεγονός έβαζε τη σφραγίδα του. Αποδείχτηκε με τη μετέπειτα πορεία της Ελλάδας και τον εμφύλιο πόλεμο, αφού δε φαινόταν διαφορετική λύση για το στέριωμα της εξουσίας του κεφαλαίου, με δεδομένο ότι το λαϊκό κίνημα, παρά την ήττα του, στις μάχες του Δεκέμβρη και την υποχώρησή του, το λάθος του αφοπλισμού του ΕΛΑΣ και γενικότερα τον απαράδεκτο συμβιβασμό του με τη «Συμφωνία της Βάρκιζας», δεν είχε οριστικά ηττηθεί.
Ουσιαστικά, σε όλη την πορεία του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δε βρισκόταν σε πρωτεύουσα θέση των εξελίξεων, αντικειμενικά κρινόταν το «ποιος - ποιον», στο ζήτημα της εξουσίας. Και απασχολούσε το ίδιο την άρχουσα τάξη και τα πολιτικά της κόμματα, αλλά και την εργατική τάξη και τους συμμάχους της και τα συνασπισμένα στο ΕΑΜ κόμματά τους, όπως και τον ίδιο το συνασπισμό του ΕΑΜ. Αλλωστε, η ταξική πάλη στις ταξικές κοινωνίες ποτέ δε σταματά. Η εργατική τάξη της Ελλάδας, όλος ο λαός της δεν είχε μόνο να αντιμετωπίσει τον ξένο ιμπεριαλιστή κατακτητή. Μα είχε αντίπαλο και το καθεστώς της ντόπιας πλουτοκρατίας, αλλά και τις δυνάμεις της, που σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής βρισκόταν στη Μέση Ανατολή. Η πάλη ανάμεσα στην άρχουσα τάξη της Ελλάδας, από τη μια πλευρά, και στην εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα, από την άλλη, διεξαγόταν ασίγαστα, αφού το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ είχαν να αντιμετωπίσουν και την ντόπια ένοπλη αντίδραση με τις δικές της οργανώσεις, από τη «Χ» του Γρίβα, την ΠΑΟ, τη ΜΑΥ, ως τα διαβόητα Τάγματα Ασφαλείας και άλλες που στήριζαν το ντόπιο κατοχικό καθεστώς. Οπως επίσης και τον ΕΔΕΣ του Ναπ. Ζέρβα, που ήταν το αντίβαρο των αστικών δυνάμεων στο ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ και, ουσιαστικά, δρούσε ενάντιά τους με τη συνδρομή και των Αγγλων.
Οι επιλογές της αστικής τάξης της Ελλάδας
Οι επιλογές της άρχουσας τάξης της Ελλάδας, μετά την εισβολή των Γερμανών δεν ήταν ενιαίες, πράγμα εντελώς φυσιολογικό, αφού τα ιδιαίτερα συμφέροντα τμημάτων της διαφέρουν. Και αυτό αντανακλάται και στις έξωθεν της χώρας συμμαχίες. Ενα χαρακτηριστικό της εποχής εκείνης μετά την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα ήταν το εξής: Το τμήμα της που είχε οικονομικοπολιτικές σχέσεις με τους Αγγλογάλλους φρόντισε να φύγει από την Ελλάδα για τη Μέση Ανατολή, το δε τμήμα της που είχε ανάλογες σχέσεις με τους Γερμανούς, να μείνει στην Ελλάδα και να εγκαθιδρύσει το κατοχικό καθεστώς με διάφορα πολιτικά σχήματα και πρόσωπα και έναν κρατικό μηχανισμό, που θα αποτελέσει, όπως αποδείχτηκε μετά την απελευθέρωση έναν από τους πιο καλούς μηχανισμούς, για την εξασφάλιση της εξουσίας του κεφαλαίου στο σύνολό του. Ενα μικρό τμήμα της έμεινε στην αδράνεια, ενώ μεμονωμένα πολιτικά πρόσωπα έδρασαν στην απελευθερωτική πάλη. Ενα μικρό επίσης τμήμα της ίδρυσε στρατιωτικοπολιτικές οργανώσεις με κυριότερη τον ΕΔΕΣ που ουσιαστικά έκαναν αντιΕΑΜικό, αντικομμουνιστικό αγώνα.
Επίσης, ακόμη πριν την απελευθέρωση και έχοντας επίγνωση των συνθηκών που δημιουργούνται παγκόσμια, ιδιαίτερα μετά τη νίκη των σοβιετικών στο Στάλινγκραντ που ήταν η αρχή του τέλους του πολέμου, αυτό που απασχολούσε την άρχουσα τάξη της Ελλάδας ήταν το μεταπελευθερωτικό καθεστώς. Γιατί την απασχολούσε; Μα γιατί στην Ελλάδα άρχισε να οργανώνεται μια νέα λαϊκή εξουσία. Το έπος του ΕΑΜ δεν ήταν μόνο η εθνική απελευθέρωση, αλλά και η δημιουργία φύτρων της λαϊκής εξουσίας στην Ελλάδα. Που μπορεί, βεβαίως, να μην αγκάλιαζε τα τότε αστικά κέντρα, αλλά στην υπόλοιπη Ελλάδα είχε ήδη τη δική της δράση με τα όργανα λαϊκής αυτοδιοίκησης, τα λαϊκά δικαστήρια, αλλά και κυβέρνηση, την ΠΕΕΑ. Είχε ακόμη το δικό της λαϊκό στρατό τον ΕΛΑΣ και την πλειοψηφία του ελληνικού λαού συσπειρωμένη στο ΕΑΜ.

Οι συνεργάτες των Γερμανών καταχτητών
 
Το τμήμα του αστικού κόσμου που επέλεξε το δρόμο της ανοιχτής συνεργασίας με τους κατακτητές ήταν οι γνωστοί «κουίσλινγκ», που σχημάτισαν τις κατοχικές κυβερνήσεις υπό τους Τσολάκογλου, Λογοθετόπουλο και Ι. Ράλλη. Με την ενίσχυση αυτών των κυβερνήσεων και των Γερμανών σχηματίστηκαν τα φασιστικά κόμματα «Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας», «Εθνική Σοσιαλιστική Πατριωτική Οργάνωσις» (ΕΣΠΟ), η «Οργάνωσις Εθνικών Δυνάμεων Ελλάδος» (ΟΕΔΕ) κ.ά.
Το αστικό κράτος συνέχιζε να υπάρχει και να λειτουργεί, βεβαίως μέσα στις συνθήκες μιας κατακτημένης χώρας. Στα πλαίσια της ύπαρξης και λειτουργίας του - και ως προϋπόθεσή τους - σχηματίστηκαν οι κατοχικές κυβερνήσεις, που αναφέρθηκαν παραπάνω, έγινε προσπάθεια να ενισχυθούν οι μηχανισμοί καταστολής και καταπίεσης του λαού. Δημιουργήθηκαν τα «Τάγματα Ασφαλείας» και συναφείς κρατικές οργανώσεις, ενώ συνέχισαν να λειτουργούν η Ειδική Ασφάλεια, στην οποία βασανίζονταν κομμουνιστές (π.χ. η Ηλέκτρα Αποστόλου) και άλλοι αγωνιστές, η Αστυνομία Πόλεων και η Χωροφυλακή (αν και η τελευταία στις περισσότερες περιοχές της Ελεύθερης Ελλάδας ξηλώθηκε σε μια πορεία και αντικαταστάθηκε από τον ένοπλο λαό). Είχε διατηρηθεί και το υπουργείο Αμυνας, παρά το γεγονός ότι δεν υπήρχε ο προηγούμενος τακτικός στρατός.
Η παραπάνω εξέλιξη είχε αντικειμενική βάση. Η κατοχή δεν κατάργησε - ούτε ήθελε φυσικά να καταργήσει - το υπάρχον κοινωνικοοικονομικό σύστημα. Και ήταν επόμενο, ένα μέρος του αστικού πολιτικού και επιστημονικού κόσμου, καθώς και διάφορα κατακάθια της κοινωνίας, αλλά και τεταρτοαυγουστιανοί, να αναλάβουν την επάνδρωση των τομέων του αστικού κράτους.
Τα πράγματα, δηλαδή, έθεταν εξ αντικειμένου το ζήτημα ένα τμήμα του αστικού πολιτικού κόσμου να διαχειριστεί και να υπερασπιστεί άμεσα - και κυρίως μακροπρόθεσμα - την εξουσία της τάξης του. Αυτή την ανάγκη την αναγνώριζε ολόκληρος ο αστικός πολιτικός κόσμος. Γι' αυτό ακριβώς επικρότησε τη δημιουργία των κατοχικών κυβερνήσεων ως εθνική ανάγκη. Γι' αυτό ακριβώς και ο αστικός Τύπος τις στήριξε. Πέρα, βεβαίως, και από το γεγονός ότι οι κατακτητές χρειάζονταν κυβερνήσεις - υποχείριά τους, για να συμβάλουν στο δικό τους (των κατακτητών) ρόλο καταστολής του λαού, ως τοποτηρητές γερμανικών συμφερόντων.
Ο στόχος, επομένως, ήταν διπλός και αυτό το δίπτυχο αποτελούσε τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Πρέπει, λοιπόν, να αναγνωριστεί στους πολιτικούς παράγοντες - συνεργάτες των Γερμανών ότι επέδειξαν ταξική συνέπεια. Γι' αυτό ακριβώς οι συνεργάτες των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής όχι μόνο δεν τιμωρήθηκαν από τις μεταπολεμικές κυβερνήσεις, αλλά αξιοποιήθηκαν κατά των λαϊκών δυνάμεων και στελέχωσαν τους κρατικούς μηχανισμούς και μετά την απελευθέρωση.
Για τη σημασία και το ρόλο των κατοχικών κυβερνήσεων ο Κ. Πυρομάγλου θίγει μια άλλη αξιοπρόσεκτη πλευρά, ανεξάρτητα απ' το γεγονός ότι οι εξελίξεις τελικά δεν την επιβεβαίωσαν. Θέτει το θέμα ότι το υπουργείο Αμυνας λειτουργούσε στην κυβερνητική συγκρότηση των «κουίσλινγκ», αν και δεν υπήρχε στρατός. Ποιο σκοπό εξυπηρετούσε αυτό, πέρα απ' την προσπάθεια συγκρότησης στρατιωτικών δυνάμεων και την προσπάθεια να εμποδιστούν αξιωματικοί του τακτικού στρατού να στελεχώσουν τον ΕΛΑΣ; Γράφει: «Ο σκοπός απεκαλύφθη κατά τους τελευταίους μήνας του 1941, όταν εις μίαν ανά την Ελλάδα περιοδείαν του ο στρατηγός Τσολάκογλου, ατενίζων τας ακτάς της Μικράς Ασίας, εδήλωσεν ότι "οι εκδιωχθέντες Ελληνες, θα πρέπει να επανέλθουν...". Ητο η περίοδος, κατά την οποίαν το Γερμανικόν Επιτελείον εμελέτα την εισβολήν εις την Τουρκίαν και είχεν ανάγκην μισθοφορικού στρατού. Η παγερά σιωπή του Ελληνικού Λαού έπεισε και "Κυβέρνησιν των Αθηνών" και Γερμανικάς Αρχάς, περί της πλήρους αρνήσεως των Ελλήνων, να εμπλακούν εις μίαν τοιαύτην περιπέτειαν» (Κ. Πυρομάγλου, σελ. 143).

Αυτοί που έκατσαν στην άκρη...
 
Το μεγαλύτερο τμήμα του αστικού πολιτικού κόσμου της εποχής ανήκει στους «απόντες» του αγώνα. Ο Θ. Σοφούλης, αρχηγός των «Φιλελευθέρων», ο Γ. Καφαντάρης, των «Προοδευτικών», ο Ι. Σοφιανόπουλος, του «Αγροτικού Κόμματος», ο Γ. Παπανδρέου, του «Δημοκρατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος», ο Παν. Κανελλόπουλος, του «Εθνικού Ενωτικού Κόμματος», ο Κ. Καραμανλής, του «Λαϊκού Κόμματος», απείχαν ουσιαστικά, ορισμένοι και τυπικά, ενώ ο Στυλ. Γονατάς, υπαρχηγός του «Κόμματος των Φιλελευθέρων», καθοδήγησε την ίδρυση των «Ταγμάτων Ασφαλείας» του Ι. Ράλλη. Ο Γ. Καφαντάρης, σε πρόταση που του έγινε από το ΚΚΕ να προσχωρήσει στην Αντίσταση, απάντησε: «Οι Ελληνες να μη νοιάζονται, το ζήτημα θα το λύσουν οι σύμμαχοι» (δηλαδή οι Εγγλέζοι) (Π. Ρούσος, ό.π., σελ. 137). Την ίδια στάση κράτησαν στις προτάσεις του ΚΚΕ και άλλοι. Στον Γ. Παπανδρέου, στον οποίο έγινε πρόταση να ηγηθεί του ΕΑΜ, ανήκει το επίσης κατηγορηματικό «όχι», που έδωσε ως απάντηση. Εξάλλου από τη Νίκαια της Γαλλίας, όπου είχε μετεγκατασταθεί, ο Ν. Πλαστήρας καλούσε το λαό με επιστολή του να συνεργαστεί με τους κατακτητές: Παραθέτουμε το σχετικό γράμμα του Ν. Πλαστήρα: «Είμαι της γνώμης ότι πρέπει να γίνει κυβέρνησις φιλογερμανική, για να καταστήσωμεν ολιγώτερον οδυνηράν την ήτταν. Αυτό πρέπει να γίνη και αν ακόμη θα ηξεύραμε ότι ο πόλεμος θα ετελείωνε και μετά τινας μόνον μήνας με τελείαν ήτταν του άξονος (όπερ απίθανον)» («Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 14 Σεπτέμβρη 1998). Να σημειωθεί ότι αυτό το γράμμα στάλθηκε την 21 Απρίλη 1941, κι ενώ οι Γερμανοί είχαν περάσει τη Λάρισα και κατέβαιναν προς την Αθήνα.
Μόλις η Ελλάδα κατακτήθηκε, αλλά και στην πορεία, ένα μεγάλο τμήμα του παραπάνω πολιτικού κόσμου μετακόμισε στην Αίγυπτο, απ' όπου γύρισε στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση.

Αυτοί που πήγαν στη Μέση Ανατολή
 
Ο αστικός κόσμος που μετακόμισε στο εξωτερικό περνούσε τον καιρό του στην Αίγυπτο μέσα σε ατελείωτες αντιλαϊκές δράσεις που σκάρωνε με τους Εγγλέζους. Κύριο μέλημά τους είχαν να συγκροτήσουν, να συντηρήσουν και να ενισχύσουν τα απομεινάρια του αστικού κράτους που είχαν κουβαλήσει μαζί τους, προετοιμάζοντας και προσβλέποντας στις μεταπολεμικές εξελίξεις. Την εκεί κατάσταση την περιέγραψε πολύ παραστατικά ο ποιητής Γ. Σεφέρης, υπεύθυνος του Γραφείου Τύπου του υπουργείου Εξωτερικών των κυβερνήσεων του Καΐρου, που την παρομοίαζε μ' ένα «κουβάρι από σκουλήκια» (Γ. Σεφέρη: «ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ», τ. Α', σελ. 131, «Εκδόσεις Ικαρος»).
Ως προς το πώς έβλεπαν τις μεταπολεμικές εξελίξεις και το πώς προετοιμάζονταν ανάλογα, έγραψε ο Πέτρος Ρούσος για τη συνάντησή του με τον γνωστό πολιτικό Παναγιώτη Κανελλόπουλο στο Κάιρο, το καλοκαίρι του 1943: «Ο Κανελλόπουλος έβλεπε πως πλησιάζει και πάλι το "μέγα θέμα" της εξουσίας. Συγκράτησα δύο σκέψεις από τις συνομιλίες μας. Του περιέγραψα την αλγεινή εντύπωσή μας από τη φατριαστική και ηττοπαθή κατάσταση που επικρατεί στις κορυφές του Καΐρου σε αντίθεση με τις μαχητικές διαθέσεις που επικρατούν στους φαντάρους, ναύτες και σμηνίτες υπέρ του συμμαχικού πολέμου. Είχαμε επισκεφτεί την Αλεξάνδρεια και είχαμε μιλήσει με την παράνομη καθοδήγηση της ΑΣΟ (Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση), με τον Σαλά και με ναυτικούς, ιδιαίτερα του πολεμικού στόλου, επίσης με στελέχη της ΟΕΝΟ (Ομοσπονδία Ελληνικών Ναυτεργατικών Οργανώσεων) και τον γραμματέα των ναυτεργατών Νίκο Καραγιάννη, που καθοδηγούσαν τον γεμάτο αυτοθυσία αγώνα των Ελλήνων ναυτικών στον πόλεμο.
- Κύριε Κανελλόπουλε, του λέω, είδαμε τα πολεμικά μας και τα πληρώματα έτοιμα για πόλεμο και θυσία και αυτά κρατούνται μακριά από τον αντιχιτλερικό πόλεμο, την ώρα που οι άλλοι θυσιάζονται στην πατρίδα και στους ωκεανούς. Ολοι, και οι Αγγλοι, ομολογούν πως χάρη στους αντιφασίστες είναι πρωτοφανής η πειθαρχία και η επίδοση των πληρωμάτων στα ελληνικά πολεμικά πλοία.
- Μα αυτό είναι ακριβώς που με φοβίζει, μου λέει!» (Π. Ρούσου, Η Μεγάλη Πενταετία, σελ. 418 εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»). Ο φόβος του εκφράστηκε με την πρακτική αντίδραση των Εγγλέζων, των εκεί ελληνικών κομμάτων και των πραιτοριανών τους λίγους μήνες αργότερα (Απρίλης 1944), όταν τσάκισαν το αντιφασιστικό στρατιωτικό κίνημα της Μέσης Ανατολής ενόψει της απελευθέρωσης που πλησίαζε...
Η σύμπραξη των Εγγλέζων και των αστών πολιτικών έγινε πιο απροκάλυπτα φανερή εκείνα τα χρόνια. Το ίδιο και στη διάρκεια του Δεκέμβρη 1944 και στη Βάρκιζα, καθώς και μέχρι τις αρχές του 1947, όταν τους Βρετανούς αντικατέστησαν στην Ελλάδα οι Αμερικανοί. Φάνηκε και μετά. Αλλά αυτά θα τα δούμε στη συνέχεια.
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η όποια στάση κράτησαν τα κόμματα της οικονομικής ολιγαρχίας (βασιλικά - φασιστικά, «φιλελεύθερα», κοινοβουλευτικά της «Δεξιάς», σοσιαλδημοκρατικά) δεν μπορούσε παρά να οδηγήσει σ' ένα και μόνο αποτέλεσμα: Στην απομαζικοποίησή τους (όσων βέβαια είχαν μαζική λαϊκή βάση), στη βαθιά κρίση τους και στη συσπείρωση της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού μας στις γραμμές του ΕΑΜ. Γιατί ο λαός διαπίστωσε με την πείρα του ότι, φθάνοντας οι Γερμανοί στην Ελλάδα, δεν είχε ν' ακουμπήσει παρά μόνο σε ένα κόμμα: στο ΚΚΕ. Μόνο το ΚΚΕ βρισκόταν δίπλα στις λαϊκές μάζες. «...το Κόμμα και ο κάθε κομμουνιστής ξεχωριστά οφείλει να προσανατολίζεται έγκαιρα και σωστά στα σοβαρά γεγονότα που αλλάζουν, να οργανώνει τις δυνάμεις της λαϊκής εξέγερσης για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση της Ελλάδας», υπογράμμιζε η 6η Ολομέλεια της ΚΕ τον Ιούλη του 1941 («Το ΚΚΕ απ' το 1931 ως το 1952», σελ. 105, Εκδοτικό της ΚΕ του ΚΚΕ).

Φτάνοντας ο Δεκέμβρης
 
Η αστική τάξη είχε εξασφαλίσει την παρουσία στην Ελλάδα του εγγλέζικου στρατού και πάλευε ενιαία να στερεώσει την εξουσία της, να φέρει στα μέτρα της το γενικό πολιτικό συσχετισμό δυνάμεων. Είχε ήδη υπερβεί τις εσωτερικές της αντιθέσεις της Κατοχής, παρότι ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος δεν είχε τελειώσει, γεγονός που αποδεικνύει ότι το κύριο, η αστική εξουσία, ήταν το κοινό μέλημα τόσο ανάμεσα στο αγγλόφιλο όσο και στο γερμανόφιλο τμήμα της.
Εξάλλου, αυτό το τελευταίο είχε εκφραστεί και στα χρόνια της Κατοχής, όταν η κατοχική κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη συγκροτούσε τα Τάγματα Ασφαλείας, όχι μόνο με τη σύμφωνη γνώμη και υλική ενίσχυση των Γερμανών, αλλά με τη σύμφωνη γνώμη και των Εγγλέζων και των βενιζελικών και άλλων αστικών πτερύγων, πολιτικών και στρατιωτικών.
Ακόμη και η ενδοαστική αντίθεση, ανάμεσα στους βασιλικούς και στους αντιβασιλικούς, είχε επί της ουσίας παραμεριστεί. Λόγοι τακτικής δεν επέτρεπαν εκείνες τις ώρες την επάνοδο του βασιλιά από το Λονδίνο. Παρότι ο τελευταίος τσινούσε, οι Εγγλέζοι και οι Ελληνες αστοί πολιτικοί άφησαν να λύσει την ...εκκρεμότητα ο «κυρίαρχος» λαός, όταν οι συνθήκες θα ήταν κατάλληλες... Για την ώρα, αρκέστηκαν στο ρόλο του «υπερπρωθυπουργού» αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού, που μετά την πάροδο ημερών διορίστηκε αντιβασιλιάς (31 Δεκέμβρη).
Ετσι, οι έξω από την Ελλάδα απόντες στην Κατοχή, οι μέσα στην Ελλάδα «αραγμένοι», οι δωσίλογοι και οι αντικομμουνιστικώς πολέμιοι των κατακτητών, μαζί με τον εγγλέζικο ιμπεριαλισμό, έγιναν μια γροθιά κατά του λαού.
Η προετοιμασία τους γι' αυτό είχε ξεκινήσει από τις αρχές του 1943 και ολοκληρώθηκε ως τα μέσα του 1944, με το τσάκισμα του στρατιωτικού κινήματος, της ηρωικής ΑΣΟ, στη Μέση Ανατολή, την αντικατάσταση του Σοφ. Βενιζέλου από τον Γ. Παπανδρέου ως πρωθυπουργό στην κυβέρνηση του Καΐρου, με τη Συμφωνία του Λιβάνου. Για να ακολουθήσει λίγο αργότερα η Συμφωνία της Καζέρτας, με την οποία ο στρατηγός Σκόμπι οριζόταν διοικητής στην Ελλάδα όλων των στρατιωτικών δυνάμεων (και του ΕΛΑΣ).
Τον ίδιο καιρό ο Τσόρτσιλ είχε έρθει σε συμφωνία με τον Χίτλερ (Αύγουστος 1944), όπως αποκάλυψε πολλά χρόνια αργότερα ο Αλμπερτ Σπέερ, υπουργός της πολεμικής και βιομηχανικής παραγωγής του Χίτλερ. Η συμφωνία «ήταν να παραχωρήσουν οι Γερμανοί τη Θεσσαλονίκη στους Αγγλους αμαχητί και μ' αυτόν τον τρόπο η Ελλάδα να περιέλθει στο δυτικό στρατόπεδο. Και βέβαια ο Χίτλερ θα διατηρούσε ανέπαφες τις δικές του δυνάμεις που κατείχαν τον ελληνικό χώρο» (Βάσου Π. Μαθιόπουλου, Ο Δεκέμβρης του 1944, σελ. 33, εκδ. «Νέα Σύνορα»). Φυσικά, η συμφωνία τηρήθηκε.
Επομένως, το κρίσιμο ζήτημα που έθετε η πολιτική πραγματικότητα ήταν το θέμα της πολιτικής εξουσίας. Για το σκοπό αυτό ο Εγγλέζος πρωθυπουργός Τσόρτσιλ απέσυρε στρατιωτικές δυνάμεις από το μέτωπο της Ιταλίας κατά των Γερμανών και τις έφερε στην Αθήνα, γιατί η ελληνική αστική τάξη δεν μπορούσε μόνη της να επιβληθεί. Και, όπως ομολόγησε ο ίδιος, «τα αγγλικά στρατεύματα πραγματοποίησαν εισβολή στην Ελλάδα, η οποία δεν υπαγορευόταν από πολεμική αναγκαιότητα...» («Τάιμς του Λονδίνου», 9 Δεκέμβρη 1944).
Η ανάπτυξη του αντιφασιστικού, εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του ελληνικού λαού δεν άφησε ανεπηρέαστες τις ένοπλες δυνάμεις στη Μέση Ανατολή. Ετσι, στις 10 Οκτωβρίου του 1941, ιδρύθηκε η Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση (ΑΣΟ), με επικεφαλής τον κομμουνιστή Γιάννη Σαλά. Το Δεκέμβρη του 1941 ιδρύθηκε, επίσης, η Αντιφασιστική Οργάνωση Ναυτικού (ΑΟΝ) και μέσα στο 1942 η Αντιφασιστική Οργάνωση Αεροπορίας (ΑΟΑ). Η ΑΣΟ, η ΑΟΝ και η ΑΟΑ οργάνωσαν στις γραμμές τους το 90% των στρατιωτών, των ναυτών και των αεροπόρων. Τον Απρίλη - Μάη του 1943 λύθηκε και το πρόβλημα του συντονισμού δράσης όλων των προαναφερόμενων, πολιτικών και στρατιωτικών οργανώσεων. Συγκεκριμένα, δημιουργήθηκε το Κεντρικό Γραφείο Αντιφασιστικών Οργανώσεων Μέσης Ανατολής με Γενικό Γραμματέα τον Γιάννη Σαλά.
Η τέτοια ανάπτυξη και εξέλιξη του αντιφασιστικού κινήματος στη Μέση Ανατολή σε συνδυασμό με τη ραγδαία ανάπτυξη του ΕΑΜικού κινήματος στην κατεχόμενη Ελλάδα, όπως ήταν αναμενόμενο, προκάλεσε στην αστική τάξη που ήταν στη Μέση Ανατολή και τους Αγγλους τεράστιο πρόβλημα. Και αποφάσισαν να τους τσακίσουν. Το χτύπημα δόθηκε τον Απρίλη του 1944 και αφορμή στάθηκε η ανοικτή εκδήλωση υπέρ της ΠΕΕΑ. Μια επιτροπή των ενόπλων δυνάμεων, η «Επιτροπή Εθνικής Ενότητας Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων Μ. Ανατολής»,έδωσε στον Εμμ. Τσουδερό υπόμνημα, το περιεχόμενο του οποίου έχει ως εξής:
«Οι κάτωθι υπογεγραμμένοι αξιωματικοί, υπακούοντες εις την εθνικήν και στρατιωτικήν συνείδησίν μας, διερμηνεύοντες την επιθυμίαν των Ενόπλων Δυνάμεων Μέσης Ανατολής, απεδέχθημεν την προς ημάς ανατεθείσαν εντολήν της μεγάλης μάζης των συναγωνιστών μας και συνεκροτήσαμεν Επιτροπήν Ενόπλων Δυνάμεων Μ. Ανατολής, προς πραγμάτωσιν και καθιέρωσιν της εθνικής ενότητος. Σκοπός της επιτροπής είναι να διοργανώση, ακόμη και κατά την τελευταίαν φάσιν του απελευθερωτικού μας αγώνος, την αμετάτρεπτον θέλησιν των ενόπλων δυνάμεων Μ. Ανατολής να επιδιώξουν και επιτύχουν την ολοκλήρωσιν της εκφράσεως της εθνικής μας ενότητος και την πολιτικήν καθιέρωσίν της. Επίσης, να εξουδετερώσουν κάθε εμπόδιον προς διατάραξιν της εν ουσία υφισταμένης και εκτός της Ελλάδος πανεθνικής ενότητος του λαού μας.
Η συγκρότησις εντός της Ελλάδος Επιτροπής Εθνικής Απελευθερώσεως και η πρόσκλησις αυτής προς συντονισμόν των προσπαθειών όλων των δυνάμεων του έθνους αποτελεί ήδη αποφασιστικόν βήμα προς πραγματοποίησιν του ως άνω σκοπού, ευρίσκει τας ενόπλους δυνάμεις Μ. Ανατολής παρά το πλευρόν της, με τη στερεάν απόφασιν όπως επιτύχουν την πανεθνικήν ταύτην ενότητα και θεωρούν αναγκαίον όπως παραμερισθεί αμέσως κάθε φαινομενικόν ή πραγματικόν εμπόδιον και, επί τη βάσει των υπό της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθερώσεως γενομένων προς υμάς προτάσεων, επιτευχθεί αμέσως συμφωνία.
Δε θα ήτο περιττόν να υπογραμμίσωμεν ότι εις την παρούσαν ενέργειάν μας οι Ελληνες αξιωματικοί κινούμεθα αποκλειστικώς και μόνον από τον πόθον της αμέσου αποκαταστάσεως πανεθνικής ενότητος, ως βασικού και απαραιτήτου παράγοντος:
α) διά την πρόληψιν ανωμαλιών, ο κίνδυνος των οποίων ενυπάρχει εις την παράτασιν της θολής ατμοσφαίρας, την οποίαν δημιουργεί η αρνητική η παρελκυστική στάσις της Κυβερνήσεως Καΐρου έναντι της προτάσεως ην απηύθυνε προς αυτήν η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθερώσεως.
β) διά την αποκατάστασιν και σταθεροποίησιν ενός πλήρους και αποτελεσματικού συντονισμού της απελευθερωτικής προσπαθείας εντός και εκτός της Ελλάδος και
γ) διά την εξασφάλισιν ομαλής και ελεύθερης πολιτικής ζωής μετά την απελευθέρωσιν της Πατρίδος.
Η ημετέρα Επιτροπή διερμηνεύουσα τέλος την θέλησιν των Ενόπλων Δυνάμεων Μέσης Ανατολής, την απορρέουσαν εξ αυτής ταύτης της θελήσεως όλων των Δυνάμεων του Εθνους, προσκαλεί την Βασιλικήν Κυβέρνησιν Καΐρου και τους αποτελούντας αυτήν Υπουργούς όπως αιρόμενοι εις το ύψος των Εθνικών αναγκών, συντελέσωσι εντός του ταχυτάτου δυνατού χρονικού ορίου, εις ενοποίησιν των Εθνικών Δυνάμεων και τον σχηματισμόν Κυβερνήσεως αντιπροσωπευούσης τον αγωνιζόμενον λαόν, με βάσιν την Πολιτικήν Επιτροπήν Εθνικής Απελευθερώσεως ''ΠΕΕΑ'' και μη θελήσωσι να φέρωσι τας βαρυτάτας ευθύνας του εμφυλίου σπαραγμού.
Το παρόν δεν αποτελεί μόνον έκκλησιν των ενόπλων δυνάμεων προς υμάς, αλλά συγχρόνως και τον χωρισμόν των ευθυνών εις τυχόν ασύμφορον ενέργειάν σας» (Εμμανουήλ Ι. Τσουδερού: «Ιστορικό Αρχείο 1941 - 1944», εκδόσεις «Φυτράκη», τόμος Γ2, σελ. 1146 - 1147).
Ο Τσουδερός μόλις η Επιτροπή εγκατέλειψε το πρωθυπουργικό γραφείο έθεσε σε ενέργεια το μηχανισμό για τη σύλληψη των μελών της και το χτύπημα του αντιφασιστικού κινήματος στο στρατό.
Την 31 Μαρτίου συνελήφθησαν ορισμένοι από την «Επιτροπή Εθνικής Ενότητας Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων Μ. Ανατολής», αλλά τα περισσότερα μέλη της διέφυγαν και πέρασαν στην παρανομία. Επίσης, πιάστηκαν 280 στρατιώτες, τους οποίους φόρτωσαν σε αγγλικά αυτοκίνητα και τους μετέφεραν στο στρατόπεδο Μένα, κοντά στις πυραμίδες. Στην πορεία με τη δράση του αγγλικού στρατού διέλυσαν τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις της Μέσης Ανατολής. Περίπου 15.000 με 20.000 οπλίτες και αξιωματικοί του στρατού, της αεροπορίας και του ναυτικού κλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στις ερήμους της Λιβύης και της Ερυθραίας και υπέστησαν πλήθος βασανιστηρίων, για να καμφθεί το ηθικό τους, να υποχωρήσουν και να προδώσουν τα ιδανικά τους.

Οι αστοί επί το έργο
 
Με την έλευση της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου στην Ελλάδα, ο αστικός πολιτικός κόσμος, η άρχουσα τάξη και οι Αγγλοι ζητούσαν επίμονα τη διάλυση του ΕΛΑΣ και της Λαϊκής Πολιτοφυλακής και επέμειναν στη διατήρηση των ένοπλων σωμάτων της άρχουσας τάξης.
Την 1η του Δεκέμβρη, ο Σκόμπι κοινοποίησε στον ΕΛΑΣ προκήρυξη, που καθόριζε ημερομηνία έναρξης της αποστράτευσης των ανταρτικών δυνάμεων την 10η του Δεκέμβρη. Ταυτόχρονα, ο Γ. Παπανδρέου συγκαλούσε την κυβέρνηση, χωρίς τους υπουργούς του ΕΑΜ, κι αποφάσιζε την άμεση διάλυση της Λαϊκής Πολιτοφυλακής σε πολλές περιφέρειες της χώρας. Την ίδια μέρα, παραιτήθηκαν από την κυβέρνηση οι υπουργοί του ΚΚΕ και του ΕΑΜ.
Γιατί όμως ήταν ο Σκόμπι που κοινοποίησε τη διαταγή; Γιατί σύμφωνα με τη συμφωνία της Καζέρτας όλες οι ένοπλες δυνάμεις και του ΕΛΑΣ είχαν μπει κάτω από τις διαταγές του.Τα βασικά σημεία της Συμφωνίας της Καζέρτας είναι τα εξής:
«1. Ολαι αι αντάρτικαι ομάδες αι δρώσαι εν Ελλάδι τίθενται υπό τας διαταγάς της ελληνικής κυβερνήσεως εθνικής ενότητος.
2. Η Ελληνική Κυβέρνησις θέτει τας δυνάμεις ταύτας υπό τας διαταγάς του Στρατηγού Σκόμπυ, όστις ωνομάσθη υπό του ανώτατου συμμαχικού αρχιστράτηγου ως στρατηγός διοικών τας Δυνάμεις εν Ελλάδι.
3. Συμφώνως προς την προκήρυξιν εκδοθείσαν παρά της ελληνικής κυβερνήσεως, ότι οι αρχηγοί των Ελλήνων ανταρτών θ' απαγορεύσουν πάσαν απόπειραν υπ' αυτούς μονάδων ν' αναλάβουν την αρχήν ανά χείρας. Τοιαύτη πράξις θα θεωρηθή ως έγκλημα και θα τιμωρηθή αναλόγως.
4. Οσον αφορά τας Αθήνας, ουδεμία ενέργεια θ' αναληφθή εκτός υπό τας αμέσους διαταγάς του στρατηγού Σκόμπυ, στρατηγού διοικούντος τας εν Ελλάδι δυνάμεις.
5. Τα τάγματα ασφαλείας θεωρούνται ως όργανα του εχθρού. Θα χαρακτηρισθούν ως εχθρικοί σχηματισμοί, εκτός αν παραδοθούν συμφώνως προς διαταγάς εκδοθησομένας παρά του στρατηγού διοικούντος τας εν Ελλάδι δυνάμεις» (Το ΚΚΕ. Επίσημα Κείμενα, τόμ. 5, σελ. 408-409, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή»), Αθήνα, 1981.
Ουσιαστικά, και αυτή η συμφωνία αφόπλιζε την εργατική τάξη και το λαό.
Μπροστά σ' αυτήν την κατάσταση, δηλαδή στη διαταγή αποστράτευσης των ανταρτικών δυνάμεων και την απόφαση για άμεση διάλυση της Λαϊκής Πολιτοφυλακής, το ΕΑΜ και το ΚΚΕ κάλεσαν το λαό της Αθήνας και του Πειραιά σε συλλαλητήριο στις 3 του Δεκέμβρη. Με αυτόν τον τρόπο και με την κήρυξη γενικής απεργίας για τη Δευτέρα 4 Δεκέμβρη, απάντησε στο τελεσίγραφο του Εγγλέζου στρατηγού Σκόμπι να αρχίσει σε δέκα μέρες η αποστράτευση του ΕΛΑΣ και στην απόφαση της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου να διαλύσει την Εθνική Πολιτοφυλακή. Δύο ημέρες πριν από το συλλαλητήριο παραιτήθηκαν οι 5 υπουργοί και ο ένας υφυπουργός, οι οποίοι, μετά τη Συμφωνία του Λιβάνου, συμμετείχαν στην κυβέρνηση εκπροσωπώντας το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και την ΠΕΕΑ.
Το συλλαλητήριο απαγορεύτηκε. Αλλά έγινε. Στην πλατεία Συντάγματος χιλιάδες λαού συμμετείχαν σε μια τεράστια ειρηνική πορεία, προκειμένου να παρεμποδίσουν τα σχέδια της ελληνικής πλουτοκρατίας που στηριζόταν στο στρατό των Αγγλων ιμπεριαλιστών. Οι χωροφύλακες του Εβερτ χτύπησαν το συλλαλητήριο. Οι πρώτοι 21 νεκροί και 140 τραυματίες του Δεκέμβρη ήταν γεγονός. Ομως, οι συγκεντρωμένοι πραγματοποίησαν το συλλαλητήριο περνώντας ανάμεσα στα πυρά και στα εγγλέζικα τανκς.
Στις 4 του Δεκέμβρη, η αδούλωτη Αθήνα και ο αδάμαστος Πειραιάς σηκώθηκαν στο πόδι, για να συνοδέψουν στην τελευταία τους κατοικία τα θύματα της μονόπλευρης, από τη μεριά της άρχουσας τάξης, ένοπλης βίας και να απαιτήσουν την άμεση παραίτηση της ματοβαμμένης κυβέρνησης. Και αυτή η πορεία χτυπήθηκε με όπλα.
Τη νύχτα της 3ης προς την 4η Δεκέμβρη, βρετανικά τεθωρακισμένα κύκλωσαν και αφόπλισαν το 2ο Σύνταγμα της ΙΙης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ.
Στη συνέχεια, η σύγκρουση επεκτάθηκε και γενικεύτηκε.

Απαράδεχτες υποχωρήσεις
 
Είχαν όμως προηγηθεί και άλλα γεγονότα που επέδρασαν στις εξελίξεις και οδήγησαν στο Δεκέμβρη.
Στις 5 Ιούλη 1943 αποφασίζεται η υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο εγγλέζικο στρατηγείο της Μ. Ανατολής. Η συμφωνία υπογράφηκε στην Καστανιά από τον Αγγλο ταξίαρχο Εντι Μάγιερς εκ μέρους του στρατηγείου, ενώ εκ μέρους του ΕΑΜ από τον Βασίλη Σαμαρινιώτη (Ανδρέας Τζήμας) και του ΕΛΑΣ από τους Στ. Σαράφη και Αρη Βελουχιώτη.
Τη συμφωνία με το ΣΜΑ πρωτοδημοσίευσε στις 24 Ιουλίου 1943 η εφημερίδα της ΚΕ του ΕΑΜ «Ελεύθερη Ελλάδα» υπό τον τίτλο «Επίσημη στρατιωτική πολεμική συμμαχία μεταξύ του Γενικού Στρατηγείου της Μέσης Ανατολής και ΕΑΜ - ΕΛΑΣ για τη συντριβή του φασιστικού άξονα - για την τελική νίκη». Στο σχετικό ρεπορτάζ, ο τόνος του οποίου ήταν διθυραμβικός, μεταξύ άλλων, υπογραμμιζόταν: «Η ...στρατιωτική συμμαχία του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ και του Γενικού Στρατηγείου Μ. Ανατολής προωθεί τον ελληνικό ανταρτοπόλεμο σ' ένα ανώτερο στάδιο από απόψεως συντονισμού δράσης και το γεγονός αυτό έχει τεράστια σημασία μέσα στη σημερινή φάση του πολέμου. Στο εξής, οι σταυραετοί μας αντάρτες θα συνεχίσουνε τη θρυλική δράση τους επί τη βάσει των γενικότερων συμμαχικών σχεδίων και συγκεκριμένα του αρχιστρατήγου Μ. Ανατολής, στον τομέα δράσης του οποίου υπάγεται η χώρα μας. Τώρα το ΕΑΜ - ΕΛΑΣ είναι και επίσημα ανεγνωρισμένοι σύμμαχοι των ενωμένων εθνών κι αυτό βουλώνει τελειωτικά τα στόματα όλων των φανερών και κρυφών εχθρών και καταρρακώνει τις βρωμερές συκοφαντίες τους κατά της ηρωικής δράσης του λαού και των ανταρτών μας... Το ΕΑΜ εκτιμώντας τη μεγάλη σημασία της Συμφωνίας για το συντονισμό του αγώνα κατά του άξονα, καθώς και τη σημασία του ρόλου του Στρατηγείου Μ. Ανατολής σαν ανώτατου καθοδηγητικού συντονιστικού οργάνου, δηλώνει κατηγορηματικά ότι θα εφαρμόσει πιστά κι ευσυνείδητα τις υποχρεώσεις που πηγάζουν από την πολεμική αυτή συμμαχία, γιατί αυτό απαιτούν τα συμφέροντα του έθνους».
Η ΕΑΜική ηγεσία δικαιολογούσε αυτή της την πολιτική, με την επιδίωξή της για ενότητα δράσης όλων των δυνάμεων κατά των κατακτητών. Αλλά ήταν τεράστιο λάθος αφού η υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο εγγλέζικο στρατηγείο τον υπέτασε στα σχέδια των Αγγλων.
Στο διάστημα 17 έως 20 Μάη 1944 συνήλθε στη Βηρυτό σύσκεψη των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων και εθνικοαπελευθερωτικών οργανώσεων, που έμεινε στην ιστορία ως «Συνέδριο του Λιβάνου». Στο συνέδριο συμμετείχαν το ΕΑΜ και η ΠΕΕΑ, που είχε στα χέρια της πραγματική εξουσία κι από την άλλη ήταν η κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου που δεν είχε κανένα στήριγμα στην Ελλάδα και το λαό της. Ηταν κυβέρνηση που είχε συγκροτηθεί στη Μέση Ανατολή, από τα τμήματα της άρχουσας τάξης που είχαν μεταβεί στην περιοχή μετά την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα εγκαταλείποντας το λαό. Βεβαίως, συμμετείχαν και ο ΕΔΕΣ και η ΕΚΚΑ, επίσης χωρίς σημαντικό λαϊκό έρεισμα στην Ελλάδα.
Με τη διοργάνωση του Συνεδρίου, η άρχουσα τάξη της Ελλάδας και οι Αγγλοι επιχειρούσαν να προλάβουν τις εξελίξεις στη χώρα, να φρενάρουν δηλαδή τη διαγραφόμενη πορεία προς μια μεταπολεμική λαοκρατούμενη Ελλάδα.
Από την άλλη, το ΕΑΜικό κίνημα πήρε μέρος στο συνέδριο γιατί, όπως έλεγε η ηγεσία του ΕΑΜ και η ΠΕΕΑ, ευελπιστούσαν στην επίτευξη μιας ευρύτατης εθνικής ενότητας, την οποία θεωρούσαν αναγκαία, για την πιο πλατιά συγκέντρωση δυνάμεων για το οριστικό διώξιμο του κατακτητή από την Ελλάδα. Ας μην ξεχνάμε ότι οι Αγγλοι θεωρούνταν σύμμαχοι στον αντιχιτλερικό αγώνα και συμμετείχαν στον αντιχιτλερικό συνασπισμό. Βεβαίως, δεν έπαυαν να είναι μεγάλη ιμπεριαλιστική δύναμη. Αλλά αυτό φαίνεται να μπήκε σε δεύτερη μοίρα από το ΕΑΜικό κίνημα. Το ίδιο και ο αστικός κόσμος, η φύση του και οι επιδιώξεις του.
Στο συνέδριο έγιναν φανερές οι επιδιώξεις της άρχουσας τάξης. Ο Γ. Παπανδρέου ανέφερε τα εξής: «Κόλασις είναι σήμερον η κατάστασις της Πατρίδος μας... Σφάζουν οι Γερμανοί. Σφάζουν τα Τάγματα Ασφαλείας. Σφάζουν και οι Αντάρται. Σφάζουν και καίουν... Η ευθύνη του ΕΑΜ είναι ότι δεν απέβλεψε μόνον εις τον απελευθερωτικόν αγώνα, αλλά ηθέλησε να προετοιμάση την μεταπολεμικήν δυναμικήν του επικράτησιν... Με την τρομοκρατικήν αυτήν δράσιν του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ εδημιουργήθη δυστυχώς το ψυχολογικόν κλίμα, το οποίον επέτρεψεν εις τους Γερμανούς να επιτύχουν εις το τρίτον έτος της δουλείας ό,τι δεν είχαν κατορθώσει κατά τα δύο πρώτα έτη - την κατασκευήν των Ταγμάτων Ασφαλείας...». Ετσι εξίσωνε το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ με τους κατακτητές και τους ταγματασφαλίτες.
Η λύση που πρότεινε ο Παπανδρέου, για να εκλείψουν όσα περιέγραφε και για να επιτευχθεί η περιβόητη εθνική ενότητα, ήταν να διαλυθεί ο ΕΛΑΣ.
Στις 2 Σεπτέμβρη του 1944, έναν περίπου μήνα πριν την απελευθέρωση της Αθήνας, το ΕΑΜ προσχώρησε στην κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας» του Γ. Παπανδρέου. Πολιτικό πρόγραμμα της κυβέρνησης αποτελεί το «Εθνικόν Συμβόλαιον του Λιβάνου», το οποίο άνοιγε το δρόμο για την εγκατάσταση της εξουσίας της αστικής τάξης στην Ελλάδα. Η εξέλιξη αυτή ήταν μια απαράδεκτη υποχώρηση του ΕΑΜ απέναντι στον αστικό κόσμο, που δεν είχε κάνει το παραμικρό για την απελευθέρωση της χώρας, αλλά και απέναντι στην Αγγλία που κατάφερνε, για άλλη μια φορά, να προωθήσει τα ιμπεριαλιστικά της σχέδια στην Ελλάδα και τη Μεσόγειο.
Το ΚΚΕ αποδέχτηκε τη Συμφωνία του Λιβάνου, στη συνεδρίαση της ΚΕ του που έγινε στις 2-3 Αυγούστου του 1944, περιορίζοντας το όλο πρόβλημα στο ζήτημα της αντικατάστασης του Γ. Παπανδρέου, αποδεχόμενο ουσιαστικά ανάλογη πρόταση του Αλ. Σβώλου, προέδρου της ΠΕΕΑ.
Ετσι, οι ηγεσίες του ΚΚΕ και του ΕΑΜ είχαν μπει στη δίνη μιας σειράς απαράδεκτων υποχωρήσεων, απέναντι στην ντόπια ολιγαρχία και τους Αγγλους, που συνεχίστηκε με την υπογραφή της Συμφωνίας της Καζέρτας στις 26 Σεπτέμβρη 1944.

Ο Γ. Παπανδρέου ομολογεί τους σκοπούς των αστών
 
Και ο Λίβανος και η Καζέρτα είναι κρί­κοι της ίδιας αλυσίδας που οδήγησε στο Δεκέμβρη. Το ομολογεί αυτό ο ίδιος ο Γ. Πα­πανδρέου σε επιστολή του που δημοσιεύτηκε στην εφημε­ρίδα «Η Καθημερινή» στις 2 Μάρτη 1948. Παραθέτουμε ένα μεγάλο μέρος της επιστολής:
«Φίλε κ. Διευθυντά,
(...) Και ερχόμεθα εις τον ιδικόν μας Δεκέμβριον. Γρά­φετε: "Ο Υψιστος μάς έκαμε δώρον την Επανάστασιν και τα Δεκεμβριανά. Διότι τι θα συνέβαινε αν δεν εγίνοντο; Διά να μη γίνουν ήμεθα τότε εις κάθε υποχώρησιν έτοιμοι, θα εδίδαμεν εις τους Κομμουνιστάς και ένα και δύο υπουργεία, ακόμα και πέντε. Σιγά σιγά θα τους παραδίδαμεν - για να μη γίνει Επανάστασις - και την Διοίκησιν και τον Στόλον και τον Στρατόν. Θα τους τα εδίδαμεν όλα".
Η διαφωνία μου είναι απόλυτος. Οχι ότι δεν υπήρξε "δώρον του Υψίστου" ο Δεκέμβρης... Αλλά ότι "θα τους τα εδίναμε όλα...". Διότι συνέβαινεν ακριβώς το αντίθετον: "Τους τα επαίρναμε όλα...". Και διότι επεμείναμεν, απεφάσισαν την Στάσιν...
(...) Θα επικαλεστώ κείμενα:
"Την 26η Απριλίου 1944, όταν ανέλαβα την Κυβέρνησιν εις το Κάιρο, διεκήρυξα το σύνθημα: Μία Πατρίς, μία Κυβέρνησις, εις Στρατός.
Εις το Συνέδριον του Λιβάνου την 17ην Μαΐου 1944, ομι­λών ενώπιον και των εκπροσωπών του ΚΚΕ. είπα: "Το κύριον επίμαχον θέμα είναι το στρατιωτικόν, το θέμα της υλικής δυ­νάμεως. Η ώρα είναι ιστορική και οφείλομεν να ομιλήσωμεν ευκρινώς και απεριφράστως. Εάν το ΕAM έχει την πρόθεσιν να χρησιμοποιήσει την υλικήν του δύναμιν ως όργανον εμ­φυλίου πολέμου και εξοντώσεως των αντιπάλων του, και αύριον, μετά το πέρας του πολέμου, υπό το ψευδώνυμον της Λαϊκής Δημοκρατίας, ως όργανον δυναμικής επικρατήσεως επί της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, τότε βεβαίως δεν υπάρχει στάδιον συνεννοήσεως. Το καθήκον μας τότε είναι να συνεγείρωμεν το έθνος και να επικαλεσθώμεν την επικουρίαν όλων των Μ. Συμμάχων μας εις τον διπλούν αγώνα και κατά του εξωτερικού εισβολέως και κατά του εσωτερι­κού εχθρού. Διότι ο Ελληνικός λαός δεν κάμνει επιλογήν τυ­ράννων. Αρνείται την τυραννίαν...".
Εάν όμως το ΕAM έχει λάβει απόφασιν να εγκαταλείψη τους σκοπούς της δυναμικής επικρατήσεως και να αρκεσθή εις τα πολιτικά μέσα της πειθούς και αν, κατά συνέπειαν, δέ­χεται την κατάργησιν του ΕΛΑΣ καθώς και των άλλων ανταρ­τικών σωμάτων και την δημιουργίαν Εθνικού Στρατού, ο οποίος θα ανήκει μόνον εις την Πατρίδα και θα υπάκουη εις τας διαταγάς της Κυβερνήσεως, τότε η συμμετοχή και του ΕΑΜ εις την Εθνικήν μας Ενωσιν θα ημπορή να θεωρήται γε­γονός.
Την 6η Ιουλίου 1944 απήντησα από το ραδιόφωνον του Καΐρου προς την Επιτροπήν των Βουνών, η οποία είχε ζη­τήσει επιπροσθέτως τα υπουργεία των Στρατιωτικών και των Εσωτερικών. Και είπα: "Αποδοχή των νέων όρων σημαίνει κατ' ουσία: Στρατός ΕΑΜ. Ελεγχoν της Αστυνομίας, της Χωροφυλακής, της Διοικήσεως και της Δικαιοσύνης από το ΕAM. Και έμπνευσιν της Παιδείας μας από το ΕΑΜ. Τώρα, πλέον, ημπορεί να γίνει πλήρης εξήγησις. Γνωρίζομεν τι μας ζητούν. Και απέναντι των αιτημάτων των λαμβάνωμεν επίσημον, υπεύθυνον θέσιν: Αρνούμεθα. Μας ζητούν να παραδώσουμε την Ελλάδα. Αρνούμεθα!".
Την 21ην Αυγούστου 1944 συνηντήθην εις την Ρώμην με τον Βρετανόν Πρωθυπουργόν. Και όταν μου έθεσε το ερώ­τημα, ποια είναι η πολιτική μου, απήντησα: "Εξοπλισμός του Κράτους. Αφοπλισμός του ΕΑΜ".
(...) Και συνεπής προς την σταθεράν επαγγελίαν επηκολούθησε η εφαρμογή...
Η κυβέρνησις της Εθνικής Ενώσεως ανεσχηματίσθη εν Αθήναις την 23ην Οκτωβρίου. Και μετά δέκα ημέρας, την 3ην Νοεμβρίου 1944, προέβην εις τας ακολούθους ανακοινώσεις:
"Μετά την συντελεσθείσαν πλήρην Απελευθέρωσιν της Ελλάδος λήγει και η Αντίστασις. Είναι επομένως φυσικόν ότι επακολουθεί η αποστράτευσις των Ανταρτικών Ομάδων ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ, η οποία ωρίσθη διά την 10ην Δεκεμβρίου...".
(...) Οσοι θέλουν να κρίνουν δικαίως εκείνην την εποχήν, οφείλουν να αναπολήσουν την κατάστασιν του Απριλίου 1944, όταν ανέλαβαν την Κυβέρνησιν.
Εις την Ανατολήν, αι ένοπλοι δυνάμεις μας είχον αποσυντεθεί από την Στάσιν. Και εις την Ελλάδα το ΚΚΕ είχε καταστή παντοδύναμον και είχε συγκροτήσει και την Κυβέρ­νησιν των Βουνών - την ΠΕΕΑ. Και η αγωνία, από την οποία αδιαλείπτως κατειχόμην ήτο: Πώς θα κατελύετο; Δύο ήσαν τα στάδια διά να φθάσωμεν εις την Νίκην: Πρώτον, η έλευσις εις τας Αθήνας! Και δεύτερον, ο αφοπλισμός του ΚΚΕ.
Διά να έλθωμεν εις τας Αθήνας - ως αντίπαλοι του ΚΚΕ - δεν διεθέταμεν, δυστυχώς, ούτε εις το εσωτερικόν, ούτε εις το εξωτερικόν, ελληνικάς δυνάμεις, αριθμητικώς επαρκείς διά να αντιμετωπίσουν τας μυριάδας του ΕΛΑΣ, τακτικού και εφεδρικού, καθώς και την ευρυτάτην συνωμοτικήν οργάνωσιν του ΕAM. Αλλά δεν υπήρχον επίσης τότε ούτε βρετανι­καί δυνάμεις διαθέσιμοι, διότι είχαν απορροφηθή από τα τρία ευρωπαϊκά μέτωπα, τα οποία, κατά τους κρίσιμους εκείνους μήνας - Σεπτέμβριον και Οκτώβριον 1944 - επιέζοντο σφοδρώς από τον Χίτλερ, αποβλέποντα εις τον εξαναγκασμόν χωριστής ειρήνης... Και είχε μάλιστα φθάσει εις τόσον βαθμόν η έλλειψις διαθεσίμων βρετανικών δυνάμεων, ώστε να αναγκασθώ μίαν ημέραν, εις τον πρεσβευτήν της Μεγ. Βρε­τανίας, ο οποίος μου ωμίλει περί αποστολής εις την Ελλάδα "εκατοντάδων" ή και "δεκάδων" ανδρών, να δώσω την απάντησιν, ότι "έχω την εντύπωσιν, ότι ομιλώ με αντιπρόσωπον του Λουξεμβούργου...".
(...) Ιδού, διατί, μόνον η συμμετοχή του ΚΚΕ εις την Κυβέρνησίν μας ήνοιγε τας πύλας της Ελλάδος. Και διά τούτο την επεδίωξα - και ευτυχώς κατωρθώθη... Καθώς επίσης, μό­νον το σύμφωνον της Καζέρτας, όπου ο ΕΛΑΣ, διά του Αρ­χηγού του, υπέγραψε την υποταγήν του εις το Βρετανικόν Στρατηγείον και προσεκάλεσε τους Βρετανούς εις την Ελλάδα, καθίστα Συμμαχικώς εύκολον την παρουσίαν των...
Αλλά υπάρχει και το δεύτερον στάδιον, ο αφοπλισμός του ΕΛΑΣ. Διότι εφ' όσον το ΚΚΕ παρέμεινε πάνοπλον, η Ελ­ληνική Κυβέρνησις, καθώς ελέγαμεν τότε, ήτο απλώς "η πε­ρικεφαλαία του ΕΑΜικού Κράτους...".
Αλλά πότε θα έπρεπε ν' αποφασισθή η αποστράτευσις; Θα έπρεπε ν' αποφασισθή αμέσως, ή να αναβληθή δι' αργότερον; Το ζήτημα του χρόνου ήτο κρισιμώτατον. Το ΚΚΕ εζήτει αναβολήν. Και αι γενικώτεραι συνθήκαι την ηυνόουν. Εφόσον εξηκολουθεί ο πόλεμος εναντίον του Ναζισμού, ηδύνατο να θεωρηθή παράλογος η άμεσος αποστράτευσις δυνάμεων της Εθνικής Αντιστάσεως. Και δι' αυτό ουδαμού της Ευρώπης συνέβη...
Αλλά μου ήτο σαφές, ότι ο χρόνος ειργάζετο υπέρ του ΚΚΕ.
Και εσωτερικώς, διότι θα εξησφάλιζεν εν τω μεταξύ την πλήρη διάβρωσιν - όπως φαίνεται να συνέβη εις την Τσεχοσλοβακίαν. Και εξωτερικώς, διότι τότε η Σοβιετική Ενωσις ευρίσκετο ακόμη εις την θανάσιμον εμπλοκήν με τον Ναζισμόν και επροφυλάσσετο να διατάραξη τας Συμμαχικάς σχέσεις της. Και διά τούτο ακριβώς παρέστησε, καθ' όλον τον Δεκέμβριον, τον ουδέτερον - και μάλιστα μέχρι του ση­μείου να μας αναγγείλη την 30ήν Δεκεμβρίου, την αποστολήν πρέσβεως, ενώ ακόμα αι μάχαι εμαίνοντο εις τας Αθήνας...
Και διά τούτο επέμεινα ανενδότως εις την άμεσον αποστράτευσιν. Και η 10η Δεκεμβρίου έμενεν αμετακίνητος...
Το συμπέρασμα είναι ότι ο Δεκέμβριος ημπορεί να θεω­ρηθή "δώρον του Υψίστου". Αλλά, διά να ύπαρξη ο Δεκέμ­βριος, έπρεπε προηγουμένως να είχωμεν έλθει εις την Ελλά­δα. Και τούτο ήτο δυνατόν μόνον με την συμμετοχήν και του ΚΚΕ εις την κυβέρνησιν, δηλαδή με τον Λίβανον. Και διά να ευρεθούν εδώ οι Βρετανοί, οι οποίοι ήσαν απαραίτητοι διά την Νίκην, έπρεπε προηγουμένως να είχεν υπογραφή το Σύμφωνον της Καζέρτας. Και διά να μη γίνη η Στάσις - "το δώ­ρον του Υψίστου" - έπρεπε προηγουμένως να επιμείνω εις την άμεσον αποστράτευσιν του ΕΛΑΣ και να θέσω το ΚΚΕ ενώπιον του διλήμματος ή να αποδεχθή ειρηνικώς τον αφοπλισμόν του ή να επιχειρήση την Στάσιν, υπό συνθήκας όμως πλέον, αι οποίαι ωδήγουν εις την συντριβήν του. Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια.
Μετ' εξαίρετου τιμής
Γ. Παπανδρέου
1/3/48».

Λαμπρές σελίδες
 
Στις 33 μέρες των μαχών της Αθήνας και του Πειραιά, το ΚΚΕ, το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ έγραψαν λαμπρές σελίδες. Ο ηρωισμός, η αυτοθυσία έφτασαν στο επίπεδο που χαρακτηρίζει κάθε μαχόμενο λαϊκό κίνημα που έχει το δίκιο με το μέρος του. Δόθηκαν δεκάδες μάχες, αρκετές νικηφόρες. «Ολοι στις επάλξεις του αγώνα. Ολοι στα οδοφράγματα», ήταν το διάγγελμα της ΚΕ του ΕΛΑΣ.
Σε απόφαση του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ γράφεται για τις μάχες στην περιοχή των προσφυγικών, αλλά και άλλων σημείων: «Καταλήφθηκαν ολοκληρωτικά οι φυλακές Αβέρωφ και πιάστηκαν 120 δοσίλογοι. Στην οδό Πειραιώς οι Αγγλοι επειδή ο λαός αχρήστευσε με ορύγματα ένα τανκ, έβαλλαν από την Ακρόπολη με το πυροβολικό και κατερείπωσαν τα γύρω σπίτια. Επίσης έβαλαν φωτιά και έκαψαν τη Λαχαναγορά. Σε όλες τις συνοικίες του Πειραιά και της Κοκκινιάς έχουν οργανωθεί ομάδες θανάτου με το σύνθημα: "Λευτεριά ή θάνατος". Στις μάχες του Δεκέμβρη οι μαχητές του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ χρησιμοποίησαν μαζί με τον ένοπλο αγώνα και όλες τις μορφές πάλης, με διαδηλώσεις και συλλαλητήρια. Εστηναν οδοφράγματα, έκαναν σαμποτάζ. Ανοιγαν αντιαρματικές τάφρους, μετέφεραν τραυματίες και τρόφιμα. Συνολικά στις επιχειρήσεις του Δεκέμβρη πήραν μέρος 60.000 αγγλικού στρατού με 80 αεροπλάνα, 200 τανκ, πολλά πολυβόλα, ενώ μονάδες του αγγλικού στόλου κανονιοβολούσαν την πρωτεύουσα μαζί με 6.000 της ορεινής ταξιαρχίας, τις δυνάμεις της "Χ", του ιερού λόχου της χωροφυλακής, καθώς και 12.000 ταγματασφαλίτες που εξοπλίστηκαν από την κυβέρνηση Παπανδρέου, αφού τους φόρεσαν άλλα ρούχα αντί τα γνωστά που φορούσαν οι ταγματασφαλίτες.
Τις εχθρικές αυτές δυνάμεις τις αντιμετώπισαν τις πρώτες κρίσιμες μέρες το Α' Σώμα Στρατού του ΕΛΑΣ με 6.500 άνδρες με ελαφρύ οπλισμό και 3.500 άνδρες της ΙΙ Μεραρχίας και ο λαός της Αθήνας και του Πειραιά που βρέθηκε επί ποδός πολέμου. Τους πολέμησε τετράγωνο το τετράγωνο, σπίτι το σπίτι. Κατά τα μέσα Δεκέμβρη, ο ΕΛΑΣ με ορμητικές επιθετικές ενέργειες περιόρισε τον αντίπαλο στο χώρο ανάμεσα στην Ομόνοια, στο Σύνταγμα και το Κολωνάκι, στη Σκομπία όπως την ονόμασε ο λαός. Δεν έγινε όμως δυνατόν να συγκεντρωθούν δυνάμεις του ΕΛΑΣ στο βασικό μέτωπο ενάντια στην κυβέρνηση, τα ένοπλα τμήματά της και τους Αγγλους στην Αθήνα και σε άλλες μεγάλες πόλεις σε όλη την Ελλάδα. Δεν υπήρχε τέτοιο σχέδιο και προετοιμασία με πανστρατιά.
Η συγκέντρωση δυνάμεων θα συνέβαλλε, και με δεδομένη τη δυσκολία να παρέμβουν και οι Αμερικάνοι, όπως έκαναν αργότερα την περίοδο του ΔΣΕ, το λαϊκό κίνημα σε συνάρτηση και με άλλες προϋποθέσεις, να κινηθεί σε νικηφόρα πορεία ή και να ανασυντάσσεται για νικηφόρα αντεπίθεση.
Στην ένοπλη πάλη είναι αναγκαία η μεγάλη υπεροχή με συγκέντρωση δυνάμεων στο αποφασιστικό σημείο, π.χ. Αθήνα, και σε μεγάλες πόλεις, και την κατάλληλη στιγμή και με πανστρατιά, όπως λέγεται. Ομως, το Δεκέμβρη βασικές δυνάμεις του ΕΛΑΣ βρέθηκαν μακριά από την Αθήνα σε δευτερεύουσα αποστολή, πολεμώντας τον ΕΔΕΣ στην Ηπειρο.
Η ένοπλη πάλη από τη στιγμή που αρχίζει πρέπει να τραβήξει αποφασιστικά έως το τέλος. Να εξασφαλίζεται αιφνιδιασμός του εχθρού τη στιγμή που τα στρατεύματά του είναι σκόρπια, να διατηρείται η ηθική υπεροχή και με συνεχείς μικρές νίκες. Χρειάζεται αποφασιστικότητα, πέρασμα στην επίθεση και όχι μόνο άμυνα.
Το Κόμμα το Δεκέμβρη και το λαϊκό κίνημα δεν εξασφάλισαν τέτοιες προϋποθέσεις και σχέδιο. Η ένοπλη σύγκρουση δεν πήρε δηλαδή χαρακτηριστικά πάλης για την εξουσία. Ακόμα και στη διάρκειά της παρέμενε η θέση για κυβέρνηση εθνικής ενότητας και ομαλή δημοκρατική εξέλιξη.
Στις 5 Γενάρη 1945 άρχισε η υποχώρηση του ΕΛΑΣ και χιλιάδων αγωνιστών. Ακολούθησε η απαράδεκτη συμφωνία της Βάρκιζας που αφοπλίστηκε ο λαός».
«Το ΚΚΕ μελετά την ιστορία του ...προσπαθώντας ταυτόχρονα να εξάγει χρήσιμα διδάγματα από την εμπειρία του. Η ιστορική μελέτη δεν αποτελεί απλώς μια καταγραφή ή αποτίμηση του παρελθόντος. Μπορεί και πρέπει να γίνεται ιδεολογικό όπλο, να ενισχύει τα μεθοδολογικά εργαλεία ανάλυσης για το παρόν και το μέλλον του κινήματός μας.
Στέκεται πρωταρχικά στο θεμελιώδες πολιτικό πρόβλημα, στη στρατηγική του. Επιχειρεί να απαντήσει στο γιατί δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει σωστά το θέμα της πολιτικής εξουσίας.
Θεωρούμε ότι ως πηγή γνώσης και συμπερασμάτων τα χρόνια 1940 - 1945 έχουν ιδιαίτερη σημασία. Ουσιαστικά, παρόμοια συμπεράσματα με αυτής της πενταετίας βγαίνουν και με τη μελέτη των χρόνων 1946 - 1949, αν και οι συνθήκες ήταν διαφορετικές.
Για τα χρόνια της ΕΑΜικής Αντίστασης, το ΚΚΕ έχει υπογραμμίσει και στο παρελθόν τα παρακάτω, ανάμεσα σε άλλα:
Τις μέρες της απελευθέρωσης από τους Γερμανούς (12 Οκτώβρη 1944) στην Ελλάδα είχε διαμορφωθεί επαναστατική κατάσταση. Ταυτόχρονα, το ΕΑΜ κυριαρχούσε, ενώ ο αστικός κρατικός μηχανισμός ήταν σμπαραλιασμένος. Η αστική κυβέρνηση που είχε δημιουργηθεί βρισκόταν στην Αίγυπτο και οι Εγγλέζοι δεν είχαν καταφθάσει ακόμα στην Ελλάδα.
Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι το Κόμμα μας, παρά την τεράστια συνεισφορά και τον πρωταγωνιστικό ρόλο του, δεν μπόρεσε να διαμορφώσει τη στρατηγική που θα οδηγούσε προς την επαναστατική επίλυση του προβλήματος της πολιτικής εξουσίας και τότε ακόμη, ιδίως μετά το 1943, που οι συνθήκες επέβαλλαν να θέσει το ζήτημα της επαναστατικής κατάκτησης της εξουσίας. Ετσι, οδηγήθηκε στην υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο εγγλέζικο στρατηγείο της Μ. Ανατολής (5 Ιούλη 1943) και αργότερα στις συμφωνίες του Λιβάνου (20 Μάη 1944) και της Καζέρτας (26 Σεπτέμβρη 1944), για να διατηρήσει και να διευρύνει την "εθνική ενότητα". Δε διαμόρφωσε τις υποκειμενικές προϋποθέσεις μιας πορείας, που, ανάλογα και με άλλους παράγοντες, μπορούσε να οδηγήσει στη νίκη.
Πρώτα απ' όλα, δεν εκτίμησε σωστά τη σύμπλεξη του κοινωνικοταξικού περιεχομένου της λαϊκής πάλης με το εθνικοαπελευθερωτικό. Αυτή η σύμπλεξη, πέρα από τις πολιτικές και πολεμικές συγκρούσεις με τις στρατιωτικές οργανώσεις του "δοσιλογισμού", επιβεβαιώνεται και από τις ένοπλες συγκρούσεις του ΕΛΑΣ με τις αντιχιτλερικές και τις αγγλόφιλες οργανώσεις, όπως ο ΕΔΕΣ. Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγούν και οι συνεχείς προστριβές του ΕΛΑΣ με τους Εγγλέζους, η αμείωτη ιδεολογική και πολιτική πάλη των αστικών ελληνικών κυβερνήσεων της Μέσης Ανατολής κατά της ΠΕΕΑ και του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, η συχνή συνεργασία αστικών οργανώσεων με τους κατακτητές, για την αντιμετώπιση της "ερυθράς απειλής", καθώς και η αιματηρή καταστολή, από τους Εγγλέζους και την ελληνική κυβέρνηση στο Κάιρο, της ηρωικής "Αντιφασιστικής Στρατιωτικής Οργάνωσης" (ΑΣΟ) τον Απρίλη του 1944.
Οι δυνάμεις που συμμετείχαν στο ΕΑΜ εξέφραζαν διαφορετικά συμφέροντα. Εκτός από το ΚΚΕ, συμμετείχαν και δυνάμεις σοσιαλδημοκρατικές, φιλελεύθερες, γενικά αστικής πολιτικής κατεύθυνσης. Επρεπε να θεωρηθεί βέβαιο ότι, εξαιτίας των ταλαντεύσεων που προσιδιάζουν στη φύση τέτοιων κομμάτων και ατόμων και που δεν είναι διατεθειμένα να φτάσουν μέχρι το τέλος του δρόμου, δεν ήταν δυνατό η εργατική τάξη να βαδίσει μαζί τους σε όλες τις φάσεις της πάλης, πολύ περισσότερο όσο πλησίαζε το τέλος της Κατοχής και το ζήτημα της εξουσίας (ποιος - ποιον) ετίθετο επί τάπητος. Το ΚΚΕ δεν πήρε υπόψη του ότι η ιδεολογικοπολιτική διαπάλη διεξάγεται και στο πλαίσιο της συμμαχίας και ότι για την επιτυχή έκβαση της ταξικής πάλης δεν επιτρέπονται επιζήμιοι συμβιβασμοί. Πολύ περισσότερο, όταν οι συμβιβασμοί δεν αντιστοιχούν στο συσχετισμό των δυνάμεων που υπάρχει ανάμεσα στους συμμάχους.
Ηταν επίσης αναγκαίο να μελετηθεί η στρατηγική των Εγγλέζων και των εγχώριων αστικών δυνάμεων, οι ελιγμοί τους, και ανάλογα να προσαρμοστεί η στρατηγική του ΚΚΕ»«ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΓΙΑ ΤΑ 90ΧΡΟΝΑ ΤΟΥ ΚΚΕ»).
Ποια ήταν η στρατηγική του ΚΚΕ στην Κατοχή; (Από το «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, Β' τόμος, περίοδος 1949 - 1968. Αποκαταστάσεις»)
«Στις αναλύσεις του ΚΚΕ και στον προσδιορισμό του χαρακτήρα της επανάστασης, κυριαρχούσε η προ του 1917 λενινιστική προσέγγιση για "επαναστατική δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς", με μορφή τα Σοβιέτ και αποκλείοντας την αστική τάξη (και του χωριού - κουλάκους) από τη συμμαχία, ως ένα στάδιο εξουσίας πριν τη δικτατορία του προλεταριάτου.
Στα χρόνια της Κατοχής, γινόταν λόγος για λαϊκή δημοκρατία - λαοκρατία και λαϊκή δημοκρατική επανάσταση, επί της ουσίας ένα στάδιο πριν την επαναστατική εργατική εξουσία, που είχε τα χαρακτηριστικά ενός εκδημοκρατισμένου αστικού καθεστώτος».
Η Β' Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ (τελευταία βδομάδα του Δεκέμβρη 1942) υπογράμμισε ως εξής το στόχο του:
«Η συγκρότηση προσωρινής κυβέρνησης από τα κόμματα και οργανώσεις που αγωνίζονται σύμφωνα με τους σκοπούς του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου αμέσως μετά το διώξιμο του ξένου καταχτητή, η οποία θα αποκαταστήσει τις λαϊκές ελευθερίες, θα ενεργήσει ελεύθερο δημοψήφισμα για τη λύση του πολιτειακού ζητήματος και εκλογές συντακτικής εθνοσυνέλευσης με το αναλογικό εκλογικό σύστημα, αποτελεί τον πιο σωστό τρόπο λύσης του εσωτερικού ζητήματος και εξυπηρετεί τα συμφέροντα της χώρας και του ελληνικού λαού. (...) Η πραγματοποίηση του άμεσου πολιτικού σκοπού του κόμματός μας - εθνική απελευθέρωση και λαοκρατική λύση του εσωτερικού καθεστώτος - αποτελεί στη συγκεκριμένη στιγμή τη μοναδική επαναστατική θέση»(Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα, τόμ. 5ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1981, σελ. 91 - 92).
Εκφραση της παραπάνω γραμμής ήταν και η τοποθέτηση του Γ. Σιάντου στη 44η Συνεδρίαση της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), στις 27 Ιούλη 1944, σε συζήτηση σχετική με τις διαπραγματεύσεις στο Λίβανο και το ενδεχόμενο συμμετοχής της ΠΕΕΑ στην κυβέρνηση Παπανδρέου:
«...Στην Ελλάδα δεν μπορούμε να εφαρμόσουμε σοσιαλισμό κι αν ακόμα όλος ο κόσμος μας πει πάρτε την και κάνετε σοσιαλισμό (...). Η ωρίμανση των συνθηκών οδηγεί σε αστικοδημοκρατικές λύσεις, αλλαγές της κατάστασης (...). Αφού λυθούν όλα αυτά τα αστικοδημοκρατικά προβλήματα, τότε δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για να πάμε προς το σοσιαλισμό, ομαλά, μέσα στη δημοκρατική εξέλιξη»(Αρχείο της ΠΕΕΑ, Πρακτικά Συνεδριάσεων, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», 1990, σελ. 156 - 157).
Την παραπάνω τοποθέτηση του Γ. Σιάντου, η οποία εξέφραζε τη στρατηγική του Κόμματος στη διάρκεια της Κατοχής, επανέλαβε και το 7οΣυνέδριο του ΚΚΕ (1945). Η εισήγηση της ΚΕ προς το 7οΣυνέδριο ανέφερε χαρακτηριστικά:
«...η συμφωνία του Λιβάνου δεν ήταν λάθος, γιατί ήταν μέσα στην πολιτική μας της εθνικής ενότητας και της ομαλής δημοκρατικής λύσης των εσωτερικών ζητημάτων. Το ίδιο επιδιώξαμε και με τη συμφωνία της Καζέρτας» (Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα, τ. 6ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1987, σελ. 411 - 412).
Η πολιτική γραμμή, στην οποία αναφερόταν η εισήγηση, περιέχεται στην Προγραμματική Διακήρυξη του ΚΚΕ «Λαοκρατία και Σοσιαλισμός» (Γενάρης - Απρίλης 1943), όπου αναφέρεται:
«...το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας αγωνίζεται για την εθνική απελευθέρωση του τόπου και του λαού από τον τριπλό ξενικό ζυγό των Γερμανών, Ιταλών και Βουλγάρων φασιστών (...) Για την ελεύθερη και κυρίαρχη έκφραση κι επιβολή της λαϊκής θέλησης στα ζητήματα του εσωτερικού πολιτεύματος (...). Στον αγώνα τούτον για την εθνική μας απελευθέρωση το ΚΚΕ συμμαχεί με κάθε εθνική δύναμη, που είναι σύμφωνη στους πιο πάνω σκοπούς»(Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα, τ. 5ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1981, σελ. 134).
Ωστόσο, μεταγενέστερη ιστορική αναφορά είναι χαρακτηριστική για τη σχέση της οικονομικής ολιγαρχίας στην Ελλάδα με τις δυνάμεις Κατοχής:
«Στις 4 Φεβρουαρίου 1943 οι γερμανικές οικονομικές αρχές έριξαν στο Χρηματιστήριο της Αθήνας 48.000 χρυσές λίρες και 1.250.000 χρυσά γαλλικά φράγκα. Επρόκειτο για ματωμένο χρυσάφι αρπαγμένο από τις χώρες που κατακτήθηκαν, από τις λεηλασίες και από τις περιουσίες των Εβραίων που είχαν σταλεί στα κρεματόρια. Οι ενδιαφερόμενοι δεν ασχολούνταν με το αίμα που έσταζε από αυτόν τον χρυσό. Τα λαμπερά νομίσματα έγιναν ανάρπαστα από όλους εκείνους οι οποίοι έβλεπαν να αυγατίζουν τα εισοδήματά τους σε δραχμές και επιθυμούσαν διακαώς να μετατρέψουν τα κέρδη τους σε κάτι πιο σταθερό: σε χρυσάφι. Στις 28 Φεβρουαρίου, αυτή η διά του χρυσίου αναγνώριση των υπηρεσιών που ο ελληνικός καπιταλισμός πρόσφερε στη Νέα Τάξη του ναζισμού επαναλήφθηκε: 63.000 χρυσές λίρες έπεσαν στην αγορά. Στις 2 Μαρτίου ρίχτηκαν στην αγορά 33.000 ακόμα χρυσές λίρες, την επομένη, στις 3 Μαρτίου, δύο ημέρες πριν το αιματοκύλισμα της Αθήνας, οι συνεργάτες των Γερμανών αμείφθηκαν διά του τρόπου αυτού με ακόμα 1.700.000 χρυσά γαλλικά φράγκα. Την ώρα που στους δρόμους της πρωτεύουσας οι διαδηλώσεις του ΕΑΜ πνίγονταν στο αίμα από τους κατακτητές και την Αστυνομία, αποτρέποντας την επικράτηση της δουλικής εργασίας, μερικοί είχαν άλλου τύπου ασχολίες: Μετρούσαν το χρυσάφι που οι υπηρεσίες τους στον κατακτητή και η συμμετοχή τους στην καταλήστευση της ίδιας τους της χώρας και του λαού της, τους εξασφάλισαν.
Αυτά τα "όργανα της τάξεως", που ανελέητα χτυπούσαν τις διαδηλώσεις του ΕΑΜ, είχαν πράγματι αφεντικά. Γνώριζαν τι είδους κόσμο προάσπιζαν: Εκείνο των κατακτητών, των καπιταλιστών, των κερδοσκόπων, των "οικονομικών δοσιλόγων". Και η αγριότητά τους ήταν ευθέως ανάλογη με την αγριότητα της λεηλασίας και της εκμετάλλευσης, μέσα στον αστερισμό των οποίων ζούσε τότε η Ελλάδα»(Εφημερίδα «Ριζοσπάστης», 2 Μάρτη 2008, Γιώργου Μαργαρίτη, «Οι δύο κόσμοι: Η Ελλάδα στις 5 Μαρτίου 1943»).
Η κριτική αποτίμηση, μακριά από τη λαθολογία και το μηδενισμό, εστιάζεται στην ικανότητα του ΚΚΕ να επιβεβαιώνει σε κάθε φάση του αγώνα τον αυτοτελή ιδεολογικοπολιτικό και οργανωτικό ρόλο του. Αυτός ο ρόλος εκφράζεται με την επιστημονική θεμελίωση της στρατηγικής του, στη βάση της εφαρμογής στις συγκεκριμένες συνθήκες, αλλά και της ανάπτυξης της θεωρίας του επιστημονικού κομμουνισμού. Εκφράζεται, κατά συνέπεια, με την αντικειμενική ανάλυση των κοινωνικοοικονομικών αντιθέσεων, της διάταξης των ταξικών δυνάμεων, του πολιτικού συσχετισμού, της τακτικής του ταξικού αντιπάλου.
Η αυτοτελής δράση του ΚΚ διασφαλίζει πολιτική συμμαχιών που δεν υποθηκεύει τα στρατηγικά συμφέροντα της εργατικής τάξης, στο όνομα κάποιων πρόσκαιρων επιτυχιών. Οι συμμαχίες, αναπόσπαστο στοιχείο της στρατηγικής, προϋποθέτουν συμβιβασμούς, που όμως δε θα θίγουν την προώθηση της στρατηγικής του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Η ιστορική εξέλιξη, επίσης, έχει αποδείξει με οδυνηρό πολλές φορές τρόπο ότι αν το αστικό κράτος δεν τσακιστεί από τις επαναστατικές δυνάμεις, η δυνατότητα εγκαθίδρυσης και στερέωσης της διάδοχης εξουσίας τίθεται υπό αίρεση. Στο ζήτημα αυτό η αστική τάξη διαθέτει μεγάλη εμπειρία και αμείλικτη αποφασιστικότητα.
Κατά τους αστούς, ο Δεκέμβρης ήταν μία «κομμουνιστική στάση» και μια επιλογή «εθνικού διχασμού»! Κατά τους οπορτουνιστές, που συνηθίζουν να ασελγούν επί των λαϊκών αγώνων που υπερβαίνουν το αστικό πλαίσιο, ο Δεκέμβρης ήταν ένας ακατανόητος τυχοδιωκτισμός!
Ο Δεκέμβρης κατατάσσεται αμετάκλητα στις μεγάλες ώρες της ταξικής πάλης στην Ελλάδα, στις κορυφαίες φάσεις της πορείας του λαϊκού μας κινήματος, κατά τον εικοστό αιώνα.
Οσα κι αν γραφτούν εναντίον του Δεκέμβρη, κατευθυνόμενα ή ανιστόρητα, θα μένει ζωντανό το πύρινο σύνθημα του πανό της ιστορικής φωτογραφίας:

ΟΤΑΝ Ο ΛΑΟΣ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΜΠΡΟΣΤΑ
ΣΤΟΝ ΚΙΝΔΥΝΟ ΤΗΣ ΤΥΡΑΝΝΙΑΣ,
ΔΙΑΛΕΓΕΙ 'Η ΤΙΣ ΑΛΥΣΙΔΕΣ 'Η ΤΑ ΟΠΛΑ.

*Από το ένθετο του Κυριακάτικου Ριζοσπάστη, στις 4/12/2011

Δεν υπάρχουν σχόλια: