Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2012

Κινηματογραφικό αφιέρωμα στον Μπέρτολτ Μπρεχτ







Το Δεκέμβριο, θα πραγματοποιηθεί κινηματογραφικό αφιέρωμα στον Μπέρτολτ Μπρεχτ με τίτλο: «Μπέρτολτ Μπρεχτ: “Ελπίζω στους σεισμούς που μέλλονται να ‘ρθούν”», στα πλαίσια μιας σειράς πολιτιστικών εκδηλώσεων, που θα αποτελέσουν τον πρόλογο του 3ου επιστημονικού συνεδρίου της ΚΕ του ΚΚΕ, που θα είναι αφιερωμένο στον κορυφαίο μαρξιστή διανοητή, δραματουργό, ποιητή και σκηνοθέτη.





Το πρόγραμμα των προβολών έχει ως εξής:
  • Τετάρτη 5 Δεκέμβρη (20.30) και Κυριακή 9 Δεκέμβρη (11.30)
«Η όπερα της πεντάρας» (Γερμανία 1931)
Σκηνοθεσία Γκέοργκ Βίλχεμ Πάμπστ, μουσική Κουρτ Βάιλ.
Με τους Λότε Λένια, Ρούντολφ Φόστερ, Κάρολα Νέχερ.

  • Τετάρτη 12 Δεκέμβρη (20.30) και Κυριακή 16 Δεκέμβρη (11.30)
«Κούλε Βάμπε ή Σε ποιον ανήκει ο κόσμος;» (Γερμανία 1931)
Σενάριο Μπ. Μπρεχτ - Έρνστ Όντβαλντ, σκηνοθεσία Ζλάταν Ντούντοφ,
μουσική Χανς Άισλερ.

  • Τετάρτη 19 Δεκέμβρη (20.30) και Κυριακή 23 Δεκέμβρη (11.30)
«Και οι δήμιοι πεθαίνουν» (ΗΠΑ 1943)
Σενάριο Μπ. Μπρεχτ - Φριτς Λανγκ, σκηνοθεσία Φριτς Λανγκ.
Σε πρώτη πανελλήνια προβολή.

  • Τετάρτη 26 Δεκέμβρη (20.30) και Κυριακή 30 Δεκέμβρη (11.30)
«Ο Αφέντης Πούντιλα και ο υπηρέτης του Μάττι» (Γερμανία 1960)
Σενάριο Χέλα Βουολιγιόκι σε συνεργασία με τον Μπρεχτ,
σκηνοθεσία Αλμπέρτο Καβαλκάντι.
Σε πρώτη πανελλήνια προβολή.

Περισσότερες πληροφορίες εδώ.

Ο Μαρξ, ο Ενγκελς και ο Λένιν για την αντεπανάσταση


Ολοι οι μεγάλοι επαναστάτες είχαν συνειδητοποιήσει τον κίνδυνο της αντεπανάστασης. Στο κέντρο της διαμάχης ανάμεσα στις διάφορες τάσεις των αστών και των μικροαστών (π.χ. Ιακωβίνοι και Γιρονδίνοι), στη διάρκεια της Μεγάλης Γαλλικής Επανάστασης μετά το 1789, βρισκόταν κύρια αυτό το πρόβλημα. Αλλά όταν το πέρασμα από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό - που δεν έθιγε την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, ούτε την εκμετάλλευση, ούτε το διαχωρισμό της κοινωνίας σε τάξεις, αλλά έφερνε μια άλλη τάξη εκμεταλλευτών στην εξουσία - προκάλεσε την πιο λυσσαλέα επίθεση της αντεπανάστασης, πόσο οξύτερα ήταν φυσικό να τεθεί το πρόβλημα της αντεπανάστασης, όταν με την εργατική τάξη έμπαινε στον παγκόσμιο ιστορικό στίβο εκείνη η δύναμη που είχε σα στόχο την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και την εξάλειψη κάθε είδους εκμετάλλευσης και καταπίεσης ανθρώπου από άνθρωπο. Η ίδια η εργατική τάξη δεν είχε ακόμα σφυρηλατηθεί με κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες, το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν είχε ακόμα δημιουργηθεί. Κι όμως υπήρχαν κιόλας τόσο πολλές εμπειρίες, ώστε ο Μαρξ και ο Ενγκελς αναγκάστηκαν να γράψουν στο «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» ότι «όλες οι δυνάμεις της γηραιάς Ευρώπης» ενώθηκαν για να κηρύξουν «έναν ιερό πόλεμο» κατά του κομμουνισμού. Η αντεπαναστατική λύσσα ενάντια στην εργατική τάξη άρχισε δηλαδή πολύ πριν ολοκληρωθεί η διαμόρφωσή της και μάλιστα προτού κατακτήσει κάπου την εξουσία.

Οι κλασικοί του επιστημονικού σοσιαλισμού αφιέρωσαν πολύ χρόνο και κόπο στη μελέτη της πείρας όλων των προηγούμενων επαναστάσεων με σκοπό να αντλήσουν διδάγματα για τους δικούς τους αγώνες ενάντια στην αντεπανάσταση. Πολλές από τις βασικές τους θέσεις για την επανάσταση και την αντεπανάσταση έχουν τέτοια γενική ισχύ για την ταξική πάλη, ώστε εδώ μπορεί πραγματικά να γίνει λόγος για νομοτέλειες. Καθοριστικό ρόλο στην επεξεργασία των διδαγμάτων της επανάστασης και της αντεπανάστασης έπαιξε η πρώτη προλεταριακή επανάσταση στον κόσμο, ο ηρωικός αγώνας των Κομμουνάρων του Παρισιού. Η Παρισινή Κομμούνα του 1871 έδειξε - πράγμα που επιβεβαίωσαν μεταγενέστερες επαναστάσεις - ότι η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της μπορούν να πάρουν την εξουσία γρήγορα, σχετικά αναίμακτα και με ελάχιστα θύματα, μόνο στην περίπτωση που η δράση τους είναι αποφασιστική και ενιαία και η αντίσταση της αστικής τάξης τσακίζεται με συνέπεια.

Απ' αυτήν ακριβώς την άποψη τα λάθη, ιδιαίτερα της Παρισινής Κομμούνας, είναι διδακτικά. Χρειάστηκε να πληρωθούν ακριβά με τη δολοφονία 30.000 οπαδών της Κομμούνας από την αντεπανάσταση. «Δύο λάθη κατέστρεψαν... τους καρπούς της λαμπρής νίκης. Το προλεταριάτο έμεινε στα μισά του δρόμου. Αντί να προχωρήσει στην "απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών", βαυκαλίστηκε με το όνειρο ότι η ύψιστη δικαιοσύνη θα γινόταν πραγματικότητα στην ενωμένη με το πανεθνικό καθήκον χώρα. Δεν εθνικοποιήθηκαν τέτοια ιδρύματα όπως, για παράδειγμα, η τράπεζα, ενώ μεταξύ των σοσιαλιστών κυριαρχούσαν ακόμα οι προυντονιστικές θεωρίες της "δίκαιης ανταλλαγής" κλπ. Το δεύτερο λάθος ήταν η υπερβολική μεγαλοψυχία του προλεταριάτου: Επρεπε να είχε εξοντώσει τους εχθρούς του, αντί γι' αυτό, όμως, προσπαθούσε να τους επηρεάσει ηθικά. Υποτίμησε τη σημασία της καθαρά στρατιωτικής δράσης στον εμφύλιο πόλεμο και αντί να στέψει τη νίκη του στο Παρίσι με μια αποφασιστική επίθεση στις Βερσαλλίες, αμφιταλαντεύτηκε κι έδωσε έτσι καιρό στην κυβέρνηση των Βερσαλλιών, να συγκεντρώσει τις δυνάμεις του σκότους και να τις εξοπλίσει για τη ματωμένη βδομάδα του Μάη» (Β.Ι.Λένιν: «Για την Παρισινή Κομμούνα», έκδοση «Μαρξίστισε Μπλέτερ», Φραγκφούρτη 1971, σελ. 11).

Η Παρισινή Κομμούνα έδειξε ολοκάθαρα: Η αστική τάξη δεν ανέχθηκε ποτέ κοντά στη δική της εξουσία και μια εργατική εξουσία. Για την «... αστική τάξη ο αφοπλισμός των εργατών ήταν λοιπόν πρώτη επιταγή» (Β.Ι.Λένιν: Απαντα, γερμ. εκδ. τομ. 28, σελ. 248). Αυτό είναι ένα δίδαγμα, που ισχύει ανάλογα και για την εργατική τάξη. Δεν μπορεί να επιτρέψει, να δημιουργηθεί μέσα στο σοσιαλισμό ένα δεύτερο και μάλιστα εξοπλισμένο κέντρο εξουσίας. Η αστική τάξη ποτέ δε συμβιβάζεται με τη μοίρα της, όταν έχει διωχτεί από την εξουσία. Ηταν και είναι πάντα έτοιμη, να χρησιμοποιήσει την αντεπανάσταση και την αιματηρή τρομοκρατία. Αν δεν τσακιστεί λοιπόν αποφασιστικά η αντίσταση της αστικής τάξης, τότε αυτή θα χρησιμοποιήσει την αντεπανάσταση, και μ' αυτήν ακριβώς την έννοια μια μισοτελειωμένη επανάσταση προκαλεί κατά κανόνα μια ολοκληρωμένη αντεπανάσταση. Γι' αυτό ο ασυμβίβαστος αγώνας της εργατικής τάξης ενάντια σε κάθε προσπάθεια αντεπαναστατικής δραστηριότητας, είναι προϋπόθεση κάθε επιτυχημένης σοσιαλιστικής επανάστασης.

Αυτό επιβεβαιώνει η συντριβή της Παρισινής Κομμούνας από τη διεθνή αντεπανάσταση όπως και η νικηφόρα Οχτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία και όλες οι σοσιαλιστικές επαναστάσεις που ακολούθησαν. Η νικηφόρα εργατική τάξη πρέπει να οικοδομεί την πολιτική εξουσία της σε συμμαχία με τους υπόλοιπους εργαζόμενους, τόσο για να περάσουν όλα τα βασικά μέσα παραγωγής σε κοινωνική ιδιοκτησία για την οικοδόμηση της νέας κοινωνίας, όσο και να υπερασπίσει αποφασιστικά τα επιτεύγματα του σοσιαλισμού ενάντια στην αστική τάξη. Αυτή, όσο ακόμα υπάρχει, θα προσπαθεί να επανακτήσει τη χαμένη εξουσία της, τα προνόμιά της. Αυτή την αλήθεια υπογράμμιζαν πάντα ο Μαρξ, ο Ενγκελς και ο Λένιν.

«Η ιστορική... αλήθεια συνίσταται στο ότι κανόνας κάθε βαθιάς επανάστασης είναι η μακρόχρονη, επίμονη, απεγνωσμένη αντίσταση των εκμεταλλευτών, που διατηρούν για πολλά χρόνια μεγάλα και ουσιαστικά πλεονεκτήματα απέναντι στους εκμεταλλευόμενους. Ποτέ - έξω από τη γλυκανάλατη φαντασία του γλυκανάλατου κουτεντέ Κάουτσκι - οι εκμεταλλευτές δε θα υποταχθούν στην απόφαση της πλειοψηφίας των εκμεταλλευομένων, χωρίς να δοκιμάσουν σε μια σειρά μάχες, σε μια τελευταία, απεγνωσμένη μάχη, τα πλεονεκτήματά τους... Και ύστερα από την πρώτη σοβαρή ήττα, οι εκμεταλλευτές που ανατράπηκαν, μα δεν περίμεναν την ανατροπή τους, δεν πίστευαν σε κάτι τέτοιο και δε δέχονταν ούτε σκέψη γι' αυτό, ρίχνονταν στη μάχη με δεκαπλασιασμένη ενεργητικότητα, με έξαλλο πάθος, με εκατονταπλάσιο μίσος, για να πάρουν πίσω το χαμένο "παράδεισο"... Και... πίσω από τους εκμεταλλευτές - καπιταλιστές σέρνεται η μεγάλη μάζα της μικροαστικής τάξης, που, όπως δείχνουν δεκάδες χρόνια ιστορικής πείρας σε όλες τις χώρες, διστάζει και ταλαντεύεται, σήμερα πάει με το προλεταριάτο, αύριο τη φοβίζουν οι δυσκολίες της επανάστασης, πανικοβάλλεται από την πρώτη ήττα ή μισο-ήττα των εργατών, εκνευρίζεται, παραδέρνει, μυξοκλαίει, μεταπηδά από το ένα στρατόπεδο στο άλλο...» (Β.Ι.Λένιν: Απαντα, ελλ. έκδ., «Σύγχρονη Εποχή», τομ. 37, σελ. 264-265).

Από την πάλη για την κατάκτηση των μαζών εξαρτάται τελικά η «τύχη» της επανάστασης ή της αντεπανάστασης. Η αντεπανάσταση αρχίζει αναντίρρητα με το γενικό σύνθημα: «πολιτική ελευθερία», «λαϊκά συμφέροντα». Ο Ενγκελς έγραφε σχετικά το 1884 στον Μπέμπελ: «Σε κάθε περίπτωση ο μοναδικός μας αντίπαλος τη μέρα της κρίσης και την επόμενη, είναι η συνολική αντίδραση που συσπειρώνεται γύρω από την καθαρή δημοκρατία» (Μαρξ - Ενγκελς: Εργα, γερμ. Εκδ., τομ.36, σελ. 253).

Αυτό το πρόβλημα είναι συνδεδεμένο με τη λύση πολλών δύσκολων προβλημάτων. Γιατί η οικοδόμηση του σοσιαλισμού απαιτεί αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, «γιατί η νέα οργάνωση της παραγωγής είναι μια δύσκολη υπόθεση ακόμα και γιατί οι ριζικές αλλαγές σ' όλα τα επίπεδα της ζωής χρειάζονται χρόνο και τελικά γιατί η πανίσχυρη δύναμη της συνήθειας στη μικροαστική και αστική οικονομία μπορεί να ξεπεραστεί μόνο με μακρόχρονο επίμονο αγώνα... Σ' ολόκληρο αυτό το διάστημα θα προβάλλουν αντίσταση τόσο οι καπιταλιστές και ταυτόχρονα οι πολυάριθμοι υπηρέτες τους από την αστική διανόηση που είναι συνειδητά αντίθετοι, όσο και η τεράστια μάζα των εργαζομένων που είναι βραχυκυκλωμένοι σε μικροαστικές συνήθειες και παραδόσεις, συμπεριλαμβανομένων και των αγροτών, και που γενικά αντιτίθενται όχι συνειδητά. Οι αμφιταλαντεύσεις είναι αναπόφευκτες σ' αυτά τα στρώματα» (Β.Ι. Λένιν: Απαντα, γερμ. εκδ., τομ. 29, σελ. 377, κ.ε.).

Ο Λένιν λέει παρακάτω ότι η οικοδόμηση του σοσιαλισμού «είναι το έργο μιας μακρόχρονης, δύσκολης, σκληρής, ταξικής πάλης, που δε σταματά μετά την πτώση της εξουσίας του κεφαλαίου, μετά την καταστροφή του αστικού κράτους και την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου (όπως το φαντάζονται μερικοί χοντροκέφαλοι από τον παλιό σοσιαλισμό και την παλιά σοσιαλδημοκρατία), αλλά αλλάζει μορφές και μάλιστα από πολλές απόψεις γίνεται σκληρότερη. Στον ταξικό αγώνα ενάντια στην αντίσταση της αστικής τάξης, ενάντια στην αδράνεια, τον κομφορμισμό, την αναποφασιστικότητα και τις αμφιταλαντεύσεις των μικροαστών, το προλεταριάτο πρέπει να υπερασπίζει την εξουσία του, να εντείνει την οργανωτική του επιρροή, να πετυχαίνει την "ουδετερότητα" εκείνων των στρωμάτων, που φοβούνται να εγκαταλείψουν την αστική τάξη και ακολουθούν το προλεταριάτο πολύ διστακτικά» (Β.Ι. Λένιν, Απαντα, γερμ. Εκδ., τομ. 29, σελ. 378).

«Εδώ όμως προσπαθεί να στηριχτεί η αντεπανάσταση. Για να πετύχει τους στόχους της, εκμεταλλεύεται τη μια ή την άλλη κρίση στην εργατική εξουσία, τα πολιτικά λάθη που γίνονται και που αφήνουν να δημιουργηθεί μια ρωγμή, από την οποία θα μπορούσε να περάσει η δυσαρέσκεια των μαζών. Αυτό σημαίνει, ότι για μια πραγματική αντεπανάσταση δεν αρκεί μόνο η επιθυμία της αστικής τάξης, αλλά και να κάνουν λάθη οι επαναστάτες. Και όχι μόνο αυτό: Για να πετύχει η αντεπανάσταση το σκοπό της, συμμαχεί στην ανάγκη, χωρίς να διστάσει ούτε μια στιγμή, με τον εχθρό ολόκληρου του έθνους» (Β.Ι. Λένιν: Εργα, γερμ. Εκδ., τομ. 15, σελ. 28).

Αυτό αποδείχτηκε με κλασικό τρόπο στη συμπεριφορά της γαλλικής αστικής τάξης το 1871, όταν για να μπορέσει να χτυπήσει την Παρισινή Κομμούνα συνθηκολόγησε με την Πρωσική Γερμανία του Μπίσμπαρκ, του οποίου οι στρατιές πολιορκούσαν την πρωτεύουσα.

Αν η Παρισινή Κομμούνα ήταν ένα ηρωικό παράδειγμα, που άφησε βαθιά ίχνη στη σκέψη και τη δράση της διεθνούς εργατικής τάξης κι έδωσε επανειλημμένα στους κλασικούς του μαρξισμού αφορμή για αναλύσεις, αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για τη Μεγάλη Σοσιαλιστική Οχτωβριανή Επανάσταση. Εδώ έσπασε για πρώτη φορά η αλυσίδα του καπιταλισμού στο ένα έκτο της Γης. Και αν η Παρισινή Κομμούνα στάθηκε αιτία για τη σύμπραξη της αστικής τάξης, των «εθνικών εχθρών» Γαλλίας και Γερμανίας κατά της εργατικής τάξης του Παρισιού, ενώ από την άλλη μεριά οι επαναστατικές δυνάμεις ολόκληρου του κόσμου συμπαραστέκονταν στην Παρισινή Κομμούνα, η Οχτωβριανή Επανάσταση οδήγησε σε μια διεθνή συμμαχία ιμπεριαλιστικών δυνάμεων κατά της νεαρής σοβιετικής εξουσίας, που έγινε ιδιαίτερα εμφανής στον επεμβατικό πόλεμο 14 ιμπεριαλιστικών κρατών, που άρχισε το καλοκαίρι του 1918.

Και η αστική τάξη δεν κουράστηκε από τότε, να οργανώνει συνεχώς νέα στρατιωτικά σύμφωνα, νέες συμμαχίες, νέες μηχανορραφίες κατά του νικηφόρου σοσιαλισμού μέχρι και τη μεγάλη γενοκτονία του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Προσπάθησε επανειλημμένα, να οργανώσει κι άλλες μορφές αντεπανάστασης, όπως η απόπειρα να ανατρέψει το σοσιαλισμό στη ΓΛΔ τον Ιούνη του 1953, να κάνει το ίδιο πράγμα το φθινόπωρο του 1956 στην Ουγγαρία και μετά πάλι το 1968 στην Τσεχοσλοβακία.

*Απόσπασμα από το ένθετο ιστορίας του Κυριακάτικου Ριζοσπάστη (25/11/12)