Αναδημοσίευση από το περιοδικό Ατέχνως
Τα δελτία ειδήσεων μεταδίδουν πως στην Ευρώπη προκάλεσε αίσθηση ο πολιτικός αρραβώνας μεταξύ Σύριζα και ΑΝΕΛ και η κυβερνητική σύμπραξη ενός κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς με ένα άλλο της ευρωσκεπτικιστικής Δεξιάς.
Σταματάς λίγο, παίρνεις μια ανάσα και σκέφτεσαι όσα διάβασες. Ως ριζοσπαστική αριστερά λογίζεται η πλήρης σύμπλευση με το Μάαστριχτ και τον ευρωμονόδρομο, ενώ συντηρητική δεξιά ο ευρωσκεπτικισμός των ΑΝΕΛ –που ούτε καν αυτό δεν είναι, αλλά ας το δεχτούμε ως υπόθεση εργασίας. Θαυμάζεις την οργουελική διπλή γλώσσα του κυρίαρχου δημόσιου λόγου και τη δύναμή του να αντιστρέφει τις έννοιες, και συνεχίζεις παρακάτω.
Ο επικεφαλής του «ακραίου κέντρου» (ψηλό προς το κοντό, φιλελεύθερο προς το φασίζον, δεξιό προς το αριστερό) κατηγορεί τον πετεινό των ΑΝΕΛ για ακροδεξιό (επι)κεφάλα. Ενώ ο Δελαστίκ της… άκρας αριστεράς, που το 89’ είχε φύγει από το ΚΚΕ, διαφωνώντας από τα αριστερά με την κυβέρνηση Τζανετάκη, τώρα υποδέχεται με θερμά, διθυραμβικά σχόλια την κυβερνητική συνεργασία των Σ-ΑΝΕΛ, και το σχηματισμό μιας γνήσια αντιμνημονιακής κυβέρνησης.
Χτες ανακοινώθηκε και η σύνθεση του νέου υπουργικού συμβουλίου, που είναι πολυσυλλεκτικό και περιέχει από παλιούς «ΝΑΡίτες» (Κοτζιάς, Βαλαβάνη), μέχρι γκεσέμια του εκσυγχρονισμού (όχι απλά κάποια τυχαία πασοκογενή στελέχη) και βαμμένους δεξιούς, σα διαφήμιση κινητής τηλεφωνίας: SYRIZA connecting people.
Και ενώ περιμέναμε να δούμε πρώτη φορά μετά από σαράντα χρόνια μια κυβέρνηση χωρίς τη συμμετοχή ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, δεν προλάβαινε να μετράει κανείς παλιούς Πασόκους και Νεοδημοκράτες στο νέο κυβερνητικό σχήμα.
Ήδη πολλοί κάνουν λόγο για δεξιά στροφή. Που μπορεί να την περάσεις και για αριστερή, αναλόγως που στέκεσαι και με τι θα τη συγκρίνεις. Με τη μνημονιακή Τζάκρη ή με τους ΑΝΕΛ, που, αν και ακροδεξιάς κοπής, έχουν πιο ριζοσπαστικές θέσεις για το χρέος από τον αριστερό ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτό ακριβώς είναι το βασικό πρόβλημα με τις «γεωγραφικές έννοιες», που συσκοτίζουν την πολιτική ουσία.
Μήπως όμως έτσι χαρίζουμε τον όρο «αριστερά» σε εκείνους που τον δυσφημούν; Μήπως υποτιμάμε τα βιώματα και τη συνείδηση των απλών ανθρώπων που νιώθουν και δηλώνουν αριστεροί;
Ας σημειώσουμε καταρχάς πως δεν χαρίζουμε τίποτα. Κι αντιστρόφως, τίποτα δεν χαρίζεται· τα πάντα κατακτιούνται, με οργάνωση και αγώνα. (Εξαιρείται μόνο ο… χαρισματικός ηγέτης του «χαρίζω οικόπεδα, χαρίζω χρέη, (…)» και πάνω απ’ όλα άφθονο γέλιο σε δύσκολους καιρούς). Κι αυτό είναι ένα ασφαλές πολιτικό κριτήριο για κάθε απλό αριστερό, για να καταλάβει το ποιόν όσων του τάζουν εύκολες, κυβερνητικές λύσεις από τα πάνω, χωρίς αγώνες και… εξαλλοσύνες.
Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα. Η κριτική που κάνουν οι κομμουνιστές σε κάποια έννοια ή κάποια ιστορική περίοδο, δε σημαίνει πως την χαρίζουν στον πολιτικό τους αντίπαλο (που μπορεί να έρθει φορώντας προβιά φίλου).
Η κριτική εξέταση της στρατηγικής του ΕΑΜ πχ και των λόγων που οδήγησαν σε ήττα ένα τόσο σπουδαίο κίνημα με παλλαϊκό χαρακτήρα, απέχει πολύ από μια συλλήβδην απόρριψή του ή τον παραλληλισμό με τη σημερινή κυβέρνηση και τον Καμμένο στο ρόλο του Ζέρβα.
Όπως σημειώνει εύστοχα ο ιστορικός Γ. Μαργαρίτης:
Τα μέτωπα που προτείνονται ελάχιστα μοιάζουν με εκείνα του παρελθόντος, παρά τη συχνή επίκληση του ΕΑΜ. Το ΕΑΜ πολεμούσε το φασισμό κάτω από την πολιτική καθοδήγηση της εργατικής τάξης και του κόμματός της, του ΚΚΕ. Η νίκη επί του φασισμού συνοδευόταν από το αίτημα για Λαοκρατία. Ας μην πω Λαϊκή Εξουσία –για λόγους που καταλαβαίνετε. Αλήθεια, η διαχείριση των υποθέσεων και των συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ελλάδα του 2014, όπως έστω τη φαντάζεται ο ΣΥΡΙΖΑ, έχει οποιαδήποτε συγγένεια με τη Λαοκρατία του ΕΑΜ; Ας αφήσουν στην Κουμουνδούρου ήσυχες τις παρακαταθήκες του ελληνικού εργατικού και λαϊκού κινήματος. («Ο φασισμός στο χτες και το σήμερα», Θέματα Παιδείας, τ. 51-52, σ. 14)
Αντιστοίχως, η κριτική που γίνεται στους όρους διαμόρφωσης της ΕΔΑ και την πολιτική ουράς που κατέληξε να ακολουθεί απέναντι στην Ένωση Κέντρου, δεν την εξισώνει με τη σημερινή κυβερνώσα αριστερά. Ας μην ξεχνάμε πως η ΕΔΑ χαρακτήριζε πχ την τότε ΕΚΑΧ ως «λάκκο των λεόντων» για τους λαούς κι όχι ως ευκαιρία για την ανάπτυξη της ευημερίας τους, ευνοϊκό πεδίο ταξικής πάλης και αδιαπραγμάτευτο πλαίσιο για τη διακυβέρνησή τους.
Σήμερα κάποιες λέξεις είναι πολυφορεμένες, σκουριάζουν από την ανούσια χρήση τους και χάνουν το νόημά τους. Η Αριστερά που τόσο πολύ δυσφημίστηκε και ως ένα βαθμό εκφυλίστηκε ως έννοια στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, δεν είναι παρά ένας γεωγραφικός όρος, που περιγράφει την πλευρά των εδράνων που κατέλαβε κάθε παράταξη στο κοινοβούλιο, επί Γαλλικής Επανάστασης. Τότε δηλ που καθιερώθηκε και ο διαχωρισμός εκκλησίας-κράτους, ως ώριμη ανάγκη κατάργησης των αναχρονιστικών κατάλοιπων της φεουδαρχίας. Κάτι που αποτελεί ταμπού όμως για τη σημερινή εκδοχή της σοσιαλδημοκρατίας, σχεδόν δυόμισι αιώνες μετά.
Μια «Αριστερά» που αρκείται στον πολιτικό όρκο, αλλά αρνείται να συγκρουστεί με το εκκλησιαστικό κατεστημένο. Αρνείται να αμφισβητήσει το πλαίσιο ένταξης της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, περιμένοντας να αλλάξουν στη Δευτέρα Παρουσία (να κι ένα ακόμα κοινό σημείο αναφοράς με την Εκκλησία). Και καθιστά έτσι απόλυτα αναγκαίο κι επίκαιρο έναν άλλο διαχωρισμό: των κομμουνιστών απ’ ό,τι έχει επικρατήσει να ονομάζεται «Αριστερά», γενικά κι αόριστα στην χώρα μας. Και το οποίο μόνο βαλμένο σε εισαγωγικά μπορεί να σταθεί.
Γιατί η Αριστερά είναι αρκετά θολός και πολυφορεμένος όρος, που μπορεί να μη λέει τίποτα από μόνος του, όταν μιλάμε για έναν πολιτικό σχηματισμό. Αλλά εξακολουθεί να έχει νόημα για πολλούς αριστερούς (χωρίς εισαγωγικά), που δεν πρόκειται να τους χαρίσουμε στη σοσιαλδημοκρατική σκουριά της κυβερνώσας «αριστεράς» και των εναλλακτικών γενόσημών της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου