«ΕΡΓΑΤΙΚΗ
ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΑ»,
ΔΙΑΣΠΑΣΗ
ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ
του Μάκη Παπαδόπουλου
Ο Μάκης Παπαδόπουλος είναι υπεύθυνος του
Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ.
|
Η επιστροφή στα διδάγματα του Οκτώβρη,
90 χρόνια μετά τη νικηφόρα έκβαση της Σοσιαλιστικής Επανάστασης στη Ρωσία, αποτελεί
αναγκαίο όρο για κάθε ουσιαστική προσπάθεια ανασύνταξης του διεθνούς κομμουνιστικού
κινήματος στον 21ο αιώνα.
Η μελέτη της
μακρόχρονης διαδικασίας οπορτουνιστικής διάβρωσης των επαναστατικών δυνάμεων
τον προηγούμενο αιώνα, απαιτεί να ερευνήσουμε ξανά τις οικονομικές, κοινωνικές
και πολιτικές συνθήκες που οδήγησαν σε αυτόν τον ολισθηρό δρόμο.
Στα προεπαναστατικά
χρόνια της θεωρητικής και πολιτικής προετοιμασίας του κόμματος των
μπολσεβίκων, ο Λένιν ανέδειξε το ζήτημα της «εργατικής αριστοκρατίας», στο
πλαίσιο της μελέτης της ισχυρής κοινωνικής βάσης του οπορτουνισμού μέσα στο εργατικό
κίνημα. Ανέπτυξε παραπέρα σημαντικές επισημάνσεις των Μαρξ - Ενγκελς για το
συγκεκριμένο ζήτημα. Η έγκαιρη ανάδειξη του ρόλου της «εργατικής αριστοκρατίας»
ήταν μια σημαντική συμβολή στον αγώνα για τη χειραφέτηση του επαναστατικού
ρεύματος του εργατικού κινήματος από τη χρεοκοπημένη ηγεσία της ΕΓ Διεθνούς,
που συγκάλυψε εκείνη την εποχή τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα του Α' Παγκοσμίου
Πολέμου.
Ωστόσο στις επόμενες δεκαετίες δεν
υπήρξε συστηματική μαρξιστική έρευνα αυτού του κοινωνικού φαινομένου και των
συνεπειών του. Το γεγονός αυτό συνδέεται και με την πορεία σταδιακής
μετεξέλιξης των στρατηγικών επιλογών τμημάτων του διεθνούς κομμουνιστικού
κινήματος σε σχέση με τις κοινωνικές συμμαχίες και τους δρόμους πάλης για την
κατάληψη
της εξουσίας από την εργατική τάξη.
Στις σημερινές συνθήκες
κρίσης του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος επιβάλλεται να επιστρέψουμε στη
μελέτη αυτού του ζητήματος που είναι σημαντικό για τη χάραξη μιας νικηφόρας
στρατηγικής.
Το παρόν άρθρο επιδιώκει να επαναφέρει
το θέμα ως βασικό στοιχείο του προβληματισμού μας και να λειτουργήσει ως
έναυσμα για παραπέρα έρευνα.
Α. Η ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
ΤΩΝ ΚΛΑΣΙΚΩΝ
ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ
ΓΙΑ ΤΗΝ «ΕΡΓΑΤΙΚΗ
ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΑ»
Ο Λένιν χαρακτηρίζει
τον ιμπεριαλισμό σαν καπιταλισμό που σαπίζει και πεθαίνει, σαν ιστορική εποχή
που είναι αναπόφευκτη η όξυνση στο έπακρο της βασικής αντίθεσης της
καπιταλιστικής κοινωνίας, η αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της
παραγωγής και στην ατομική μορφή ιδιοποίησής της. Εξηγεί πώς η κυριαρχία των
μονοπωλίων, των ισχυρών μετοχικών εταιριών, αναδεικνύει όλο και περισσότερο τον
πα- ρασιτικό χαρακτήρα του καπιταλισμού.
Τα μονοπώλια εκφράζουν
κεφαλαιακή συσσώρευση μετοχικών επιχειρήσεων που συγκεντρώνουν σημαντικά
μερίδια της καπιταλιστικής αγοράς. Στη μετοχική εταιρία εμφανίζεται η
συλλογική ιδιοκτησία των μετοχών και ο διαχωρισμός των λειτουργιών της
διεύθυνσης της καπιταλιστικής επιχείρησης από την ιδιοκτησία των μετόχων
κεφαλαιοκρατών. Ετσι οι μέτοχοι δε συμμετέχουν πλέον άμεσα στην παραγωγική
διαδικασία.
Ο Μαρξ αναφέρεται καθώς
μελετά τη συγκεκριμένη εξέλιξη σε μια «νέα οικονομική αριστοκρατία», σε
«παράσιτα νέου είδους» που ασχολούνται με την έκδοση και το εμπόριο μετοχών[1].
Ομως αυτός ο παρασιτικός χαρακτήρας δεν αφορά μόνο την αστική τάξη, αλλά το
σύνολο της κοινωνίας στην εποχή του ιμπεριαλισμού. Δίπλα στους
μετόχους-παράσιτα αναδεικνύεται ένα στρώμα αστοποιημένων εργατών, η «εργατική
αριστοκρατία».
Ο Λένιν το προσδιορίζει ως το στρώμα «που είναι πέρα για
πέρα μικροαστικό ως προς τον τρόπο ζωής του, το μέγεθος των απολαβών του και
την όλη κοσμοθεωρία του, το κύριο στήριγμα της Β' Διεθνούς και στις μέρες μας το κύριο κοινωνικό
στήριγμα της αστικής τάξης»[2].
Αναφέρεται στη
δυνατότητα η οποία εμφανίζεται στην εποχή του μόνο στους καπιταλιστές λίγων
πολύ ισχυρών ιμπεριαλιστικών κρατών, να εξαγοράζουν τους εργάτες χάρη στα
γιγαντιαία υπερκέρδη που διασφαλίζουν από την εξαγωγή κεφαλαίου και γενικότερα
τη δράση μεγάλων μονοπωλιακών ομίλων. Χαρακτηρίζει αυτούς τους εργάτες σαν «πράκτορες της αστικής
τάξης μέσα στο εργατικό κίνημα», αληθινούς εντολοδόχους των
καπιταλιστών, αγωγούς του ρεφορμισμού και του σωβινισμού. Εστιάζει δηλαδή τόσο
στην ταξική θέση, όσο και στην ταξική συνείδηση αυτού του στρώματος και τονίζει
ότι αν δεν κατανοηθούν οι οικονομικές ρίζες του φαινόμενου και η πολιτική
σημασία του «δεν μπορεί
να γίνει ούτε βήμα στον τομέα της λύσης των πρακτικών καθηκόντων του
κομμουνιστικού κινήματος».
Στις οικονομικές ρίζες
του φαινόμενου επανέρχεται συχνά. Γράφει χαρακτηριστικά:
«Ο ιμπεριαλισμός που σημαίνει μοίρασμα του
κόσμου και εκμετάλλευση όχι μόνο της Κίνας, που σημαίνει μονοπωλιακά υψηλά
κέρδη για μια χούφτα πλουσιότατες χώρες, δημιουργεί την οικονομική δυνατότητα
για την εξαγορά των ανώτερων στρωμάτων του προλεταριάτου κι έτσι θρέφει, διαμορφώνει,
δυναμώνει τον οπορτουνισμό.»[3].
Στο σημείο αυτό πρέπει
να επισημάνουμε ότι ο Λένιν εξετάζει ένα φαινόμενο που εξελίσσεται αλλά δεν
έχει γενικευθεί στην εποχή του. Εχει ως αφετηρία του τις επισημάνσεις των Μαρξ
- Ενγκελς για το βρετανικό προλεταριάτο. Ο Λένιν κωδικοποιεί στο έργο του αυτό
τον προβληματισμό των Μαρξ - Ενγκελς, που περιορίζεται όπως είναι φυσικό στην
Αγγλία, δηλαδή σε εκείνη τη χώρα η οποία παρουσιάζει ήδη πολύ μεγάλα διακριτικά
γνωρίσματα του ιμπεριαλισμού.
Γράφει ο Λένιν σχετικά: «Η ιδιομορφία όμως της Αγγλίας από τα μέσα ήδη
του 19ου αιώνα ήταν ότι είχε τουλάχιστον δυο πολύ μεγάλα διακριτικά γνωρίσματα
του ιμπεριαλισμού: (1) απέραντες αποικίες και (2) μονοπωλιακά κέρδη (σαν
αποτέλεσμα της μονοπωλιακής θέσης στη παγκόσμια αγορά). Και από τις δυο
απόψεις η Αγγλία αποτελούσε τότε εξαίρεση ανάμεσα στις καττιταλιστικές χώρες
και ο Ενγκελς με το Μαρξ, αναλύοντας αυτή την εξαίρεση, έδειξαν τελείως καθαρά
και συγκεκριμένα τη σύνδεσή της με τη νίκη (προσωρινή) του οπορτουνισμού στο
αγγλικό εργατικό κίνημα»[4].
Η ζωή έδειξε την πολύ
μεγαλύτερη αντοχή του οπορτουνισμού εξ αιτίας της διεύρυνσης της οικονομικής
του βάσης.
Στο γράμμα του προς το Μαρξ της 7ης Οκτώβρη 1858, ο Ενγκελς αναφέρεται
συνολικά στο αγγλικό προλεταριάτο και επισημαίνει ότι «αστικοποιείται
ολοένα και περισσότερο».
Στο γράμμα του προς τον Κάουτσκι της 12ης Σεπτέμβρη 1882, ο Ενγκελς γράφει: «Με ρωτάτε τι
σκέπτονται οι Αγγλοι εργάτες για την αποικιακή πολιτική; Το ίδιο ακριβώς που
σκέπτονται και για την πολιτική γενικά. Εδώ δεν υπάρχει εργατικό κόμμα,
υπάρχουν μόνο συντηρητικοί και φιλελεύθεροι ριζοσπάστες και οι εργάτες
απολαβαίνουν μακαριότατα μαζί μ ’ αυτούς το αποικιακό μονοπώλιο της Αγγλίας και
το μονοπώλιό της στην παγκόσμια αγορά»[5].
Με το πέρασμα του
χρόνου ο Ενγκελς προβληματίζεται βέβαια για τις συνέπειες που θα έχει σε αυτό
το κοινωνικό φαινόμενο η συρρίκνωση του βιομηχανικού μονοπωλίου της Αγγλίας στη
διεθνή αγορά. Ετσι, στο διάσημο πρόλογο του στη δεύτερη έκδοση της «κατάστασης
της εργατικής τάξης στην Αγγλία» του 1892, θα επισημάνει ότι «με την κατάρρευση του
βιομηχανικού μονοπωλίου της Αγγλίας, η αγγλική εργατική τάξη θα χάσει την
προνομιακή της θέση». Στο ίδιο κείμενο θα επιχειρήσει μια σαφή πλέον διάκριση
ανάμεσα στην «προνομιούχα
μειοψηφία των εργατών στη Βρετανία και στην πλατιά μάζα των συνδικάτων των ανειδίκευτων
εργατών που η «νοοτροπία τους είναι ακόμα παρθένο έδαφος».
Βλέπουμε ότι ο Μαρξ και
κυρίως ο Ενγκελς ασχολήθηκαν ιδιαίτερα με το ρόλο της «εργατικής
αριστοκρατίας», παρότι δεν πρόλαβαν να ολοκληρώσουν τη συνολική επεξεργασία
τους για τις τάξεις.
Η τελευταία ημιτελής εργασία του Μαρξ εντοπίζεται στον τρίτο
τόμο του Κεφαλαίου, όπου γίνονται οι θεμελιώδεις διαχωρισμοί: «Τι αποτελεί μια τάξη;
- αυτό προκύπτει μάλιστα μόνο του από την απάντηση στο άλλο ερώτημα: Τι είναι
αυτό που κάνει τους εργάτες, τους κεφαλαιοκράτες, τους γαιοκτήμονες να
αποτελούν τις τρεις μεγάλες κοινωνικές τάξεις; Από πρώτη ματιά φαίνεται να
είναι η ταυτότητα των εισοδημάτων και των πηγών του εισοδήματος. Πρόκειται για
τρεις μεγάλες κοινωνικές ομάδες τα συστατικά μέρη των οποίων, τα άτομα που τις
συγκροτούν, ζουν αντίστοιχα από το μισθό εργασίας, από το κέρδος και από τη γαιοπρόσοδο,
από την αξιοποίηση της εργατικής τους δύναμης, του κεφαλαίου τους και της γαιοκτησίας
τους. Ωστόσο, από την άποψη αυτή, λ.χ. οι γιατροί και οι δημόσιοι υπάλληλοι θα
αποτελούσαν επίσης δυο τάξεις γιατί ανήκουν σε δυο διαφορετικές κοινωνικές
ομάδες, στις οποίες τα εισοδήματα των μελών της καθεμιάς από αυτές προέρχονται
από την ίδια πηγή. Το ίδιο θα ίσχυε για τον ατέλειωτο κατακερματισμό των
συμφερόντων και των θέσεων στις οποίες ο καταμερισμός της κοινωνικής εργασίας διασπά
τους εργάτες, τους κεφαλαιοκράτες και τους γαιοκτήμονες - τους τελευταίους
λ.χ. σε κατόχους αμπελιών, αγρών, δασών, ορυχείων, ψαρότοπων κλπ.»[6]. Ο Ενγκελς μας πληροφορεί ότι σ’ αυτό το
σημείο δυστυχώς κόβεται το χειρόγραφο.
Ο Λένιν συνέχισε για χρόνια αυτή την προσπάθεια και μετά από
αρκετή μελέτη, κατέληξε το 1919 στο διάσημο πλέον ορισμό του για τα κύρια
χαρακτηριστικά μιας τάξης: «Τάξεις ονομάζονται μεγάλες ομάδες ανθρώπων που ξεχωρίζουν
μεταξύ τους από τη θέση που κατέχουν μέσα σε ένα ιστορικά καθορισμένο σύστημα
της κοινωνικής παραγωγής, από τη σχέση τους (στο μεγαλύτερο μέρος κατοχυρωμένη
και διατυπωμένη σε νόμους) προς τα μέσα παραγωγής, από το ρόλο τους στην
κοινωνική οργάνωση της εργασίας και συνεπώς από τους τρόπους που ιδιοποιούνται
τη μερίδα του κοινωνικού πλούτου που διαθέτουν και από το μέγεθος αυτής της μερίδας.
Τάξεις είναι οι ομάδες εκείνες ανθρώπων, που η μια μπορεί να ιδιοποιείται τη
δουλειά της άλλης χάρη στη διαφορά της θέσης που κατέχει μέσα σε ένα καθορισμένο
σύστημα της κοινωνικής οικονομίας»1.
Από τον ίδιο τον ορισμό
γίνεται φανερό ότι ο προσδιορισμός της ταξικής θέσης απαιτεί την εφαρμογή όλων
των κριτηρίων σαν ενιαίο σύνολο. Η εφαρμογή αυτή δεν είναι στην πράξη απλή
υπόθεση και δεν οδηγεί πάντα σε καθαρές διακρίσεις. Ο ίδιος ο Λένιν έχει
επίγνωση αυτών των προβλημάτων και επιχειρεί να προχωρήσει βαθύτερα την
επεξεργασία ανα- φερόμενος στη διαστρωμάτωση της εργατικής τάξης. Γράφει τον
Απρίλιο του 1920: «Ο
καπιταλισμός δεν θα ήταν καπιταλισμός, αν το “καθαρό” προλεταριάτο δεν ήταν
περιτριγυρισμένο από ένα σωρό εξαιρετικά πολύμορφους μεταβατικούς τύπους, από
τον προλετάριο ως τον μισοπρολετάριο (εκείνον που κατά το μισό βγάζει το ψωμί
του, πουλώντας την εργατική του δύναμη), από το μισοπρολετάριο ως τον
μικροαγρότη (και το μικροβιοτέχνη, το χειροτέχνη, τον μικρονοικοκύρη γενικά),
από το μικρό ως το μεσαίο αγρότη κλπ. Αν μέσα στο ίδιο το προλεταριάτο δεν
υπήρχαν διαιρέσεις σε περισσότερο και λιγότερο αναπτυγμένα στρώματα, διαιρέσεις
τοπικές, επαγγελματικές, κάποτε θρησκευτικές κλπ.»[7].
Ειδικά για τη διερεύνηση της «εργατικής αριστοκρατίας» αυτό που
έχει ιδιαίτερη σημασία είναι η λενινιστική πρόβλεψη για την ιστορική εξέλιξη
του φαινόμενου. Ο Λένιν μπορεί να συγκρίνει με ασφάλεια στην εποχή του την
ιστορική περίοδο που το φαινόμενο ήταν περιορισμένο στη Βρετανία, σε σχέση με
την επόμενη που ξαπλώνεται σε νέα ιμπεριαλιστικά κράτη. Ας του δώσουμε το
λόγο: «Ησημερινή
κατάσταση διακρίνεται από τέτοιες οικονομικές και πολιτικές συνθήκες, που δεν
μπορούσαν παρά να δυναμώσουν το ασυμβίβαστο του οπορτουνισμού με τα γενικά και
θεμελιακά συμφέροντα του εργατικού κινήματος: ο ιμπεριαλισμός από έμβρυο
αναπτύχθηκε σε κυρίαρχο σύστημα. Τα καπιταλιστικά μονοπώλια κατέλαβαν την πρώτη
θέση στην εθνική οικονομία και στην πολιτική. Το μοίρασμα του κόσμου
ολοκληρώθηκε. Από την άλλη μεριά στη θέση του αδιαίρετου μονοπωλίου της Αγγλίας
βλέπουμε έναν αγώνα ανάμεσα σ’ ένα μονοπώλιο, αγώνα που χαρακτηρίζει όλη την
περίοδο των αρχών του 20ού αιώνα. Ο οπορτουνισμός δεν μπορεί τώρα να γίνει
απόλυτος νικητής για πολλές δεκαετίες μέσα στο εργατικό κίνημα σε οποιαδήποτε
χώρα, όπως είχε νικήσει ο οπορτουνισμός στην Αγγλία στο δεύτερο μισό του 19ου
αιώνα, όμως σε μια σειρά χώρες έχει οριστικά ωριμάσει, παραωριμάσει και σαπίσει
και έχει συγχωνευτεί απόλυτα με την αστική πολιτική, σαν σοσιαλσωβινισμός»[8].
Ο Μαρξ επεσήμαινε έγκαιρα και εύστοχα ότι η ευκολία κίνησης του
κεφαλαίου «προϋποθέτει πλήρη ελευθερία του εμπορίου στο εσωτερικό της
κοινωνίας και παραμέριση όλων των μονοπωλίων, (εκτός από τα φυσικά μονοπώλια)
δηλαδή των μονοπωλίων που προκύπτουν από τον ίδιο τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο
παραγωγής»[9].
Ο ιμπεριαλισμός χαρακτηρίζεται από πολύ μεγαλύτερη κινητικότητα του
κεφαλαίου στη διεθνή καπιταλιστική αγορά, από τη μεγάλη συγκέντρωση και
συγκεντροποίηση του κεφαλαίου σε μονοπωλιακούς ομίλους,
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο σε pdf αρχείο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου