Είναι
γεγονός ότι και στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις προβλήθηκε από τα
αστικά επιτελεία, την αστική προπαγάνδα και το ΣΥΡΙΖΑ, ως το μοναδικό
κριτήριο ψήφου η ανάδειξη κυβέρνησης και «πατούσε» πάνω σε δύο
αντικειμενικούς παράγοντες. Ο πρώτος, ότι οι αστικές κοινοβουλευτικές
εκλογές γίνονται για να αναδειχτεί κυβέρνηση. Ο δεύτερος, ότι η
καπιταλιστική οικονομική κρίση και η πολιτική των αστικών κυβερνήσεων
για τη διέξοδο σε όφελος του κεφαλαίου, που μετέφερε τις συνέπειες της
κρίσης στις πλάτες της εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών
στρωμάτων ωθώντας στη φτώχεια, την ανεργία και την εξαθλίωση,
καλλιεργούσε την ψυχολογία στο λαό για «εδώ και τώρα» λύσεις. Στην
προκειμένη περίπτωση, λαϊκές δυνάμεις αναζητούσαν κυβέρνηση που μπορεί
να αποτρέψει τα χειρότερα, να ανακουφίσει έστω και ελάχιστα το λαό.
Ο
ΣΥΡΙΖΑ πρόβαλε ότι υπάρχει δυνατότητα για τέτοια κυβερνητική λύση. Αυτό
εκτιμούσαμε, από πριν τις εκλογές της 6ης Μάη, είναι ένα στοιχείο που
αναδεικνύει και τη μεγαλύτερη από πριν σκληρότητα της εκλογικής
αναμέτρησης, αφού η επιλογή δεν ήταν πλέον ανάμεσα στα αστικά κόμματα
ΠΑΣΟΚ - ΝΔ, αλλά ανάμεσα σε μια αστική κυβέρνηση και μια γιαλαντζί
αστική κυβέρνηση, που προσδιοριζόταν είτε ως αριστερή, είτε ως
αντιμνημονιακή.Την παραμικρή χαραμάδα να άφηνε το ΚΚΕ ότι υπάρχει ενδεχόμενο συμμετοχής του σε αστική κυβέρνηση και ότι θα ήταν η δύναμη εκείνη που θα μπορούσε από κυβερνητική θέση να επιβάλει μέτρα φιλολαϊκά, θα ακύρωνε τα όποια θετικά βήματα έχουν γίνει στην ανάπτυξη του εργατικού κινήματος ως τώρα. Και, βεβαίως, θα καλλιεργούσε συνείδηση οπισθοχώρησης από τη θέση ότι ιδιαίτερα σε συνθήκες οικονομικής κρίσης δεν υπάρχει το παραμικρό περιθώριο και το κεφάλαιο να σωθεί και να αναπτυχθεί και ταυτόχρονα οι εργάτες να ανακουφιστούν. Γι' αυτό το ΚΚΕ έθετε το ζήτημα ότι η πάλη για τα άμεσα πιεστικά προβλήματα πρέπει να κατευθύνεται στην εναντίωση στα μονοπώλια, στο κεφάλαιο και τα κόμματά του, τις κυβερνήσεις του στην ΕΕ.
Στρατηγικό ζήτημα
Το
ζήτημα «συμμετοχή του ΚΚΕ σε κυβέρνηση» είναι στρατηγικό ζήτημα. Ετσι,
σε συνθήκες που το αστικό κράτος είναι κυρίαρχο, η συμμετοχή του
επαναστατικού Κόμματος της εργατικής τάξης στην κυβέρνηση σημαίνει
συμμετοχή στη διαχείριση των υποθέσεων του κεφαλαίου. Στην επεξεργασία
και άσκηση πολιτικής στην κοινωνία του κεφαλαίου. Ολοι όσοι προεκλογικά,
αλλά και μετά τις εκλογές έβαζαν αυτό το ζήτημα, της ανάδειξης δηλαδή
μιας «αριστερής» κυβέρνησης και το κάλεσμα της εργατικής τάξης και των
φτωχών λαϊκών στρωμάτων για την ανάδειξη μιας τέτοιας κυβέρνησης, στο
ερώτημα σε όφελος ποιας τάξης θα λειτουργεί και θα δρα αυτή η κυβέρνηση,
απαντούσαν: Θα πάρει μέτρα ανακούφισης του λαού από τις συνέπειες της κρίσης.
Αλλά εδώ προκύπτει επίσης το ερώτημα: Μπορεί μια κυβέρνηση στον
καπιταλισμό να τον διαχειρίζεται σε όφελος του λαού; Πολύ περισσότερο,
σε συνθήκες βαθιάς οικονομικής καπιταλιστικής κρίσης, που καταστρέφει
παραγωγικές δυνάμεις, καταστρέφει δηλαδή και εργατική δύναμη, με την
ανεργία, τη φτώχεια, την εξαθλίωση να απλώνονται με γεωμετρική πρόοδο,
και ταυτόχρονα το κεφάλαιο να πασχίζει να σωθεί από την καταστροφική
δύναμη της κρίσης; Δηλαδή τη στιγμή που πασχίζουν οι καπιταλιστές, οι
μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι να διατηρήσουν πάση θυσία τις
επιχειρήσεις τους - και σ' αυτό συμβάλλει και η αντεργατική αντιλαϊκή
πολιτική που μειώνει μισθούς, διευκολύνει τις απολύσεις, επιβάλλει
ελαστικές εργασιακές σχέσεις, όπως π.χ. η εκ περιτροπής εργασία, έτσι
που σε συνθήκες μειωμένης κερδοφορίας να μπορούν να πάρουν μέτρα
αντισταθμίσματος της χασούρας των κερδών τους από την πάμφθηνη εργατική
δύναμη, καταναλώνοντας δηλαδή ολοένα και μικρότερο μέρος του κεφαλαίου
για πληρωμή των εργατών...Επομένως και σ' αυτό το ζήτημα εκφράζεται η οξύτατα ανειρήνευτη ταξική αντίθεση καπιταλιστών - εργατικής τάξης. Αλλωστε μια κυβέρνηση, με δεδομένη την ιδιοκτησία των καπιταλιστών, είναι υποχρεωμένη να εφαρμόζει πολιτική ενίσχυσης της κερδοφορίας τους αφού νόμος κίνησης της καπιταλιστικής κοινωνίας είναι ο νόμος του κέρδους. Πολιτική κόντρα σ' αυτό το νόμο σημαίνει καταστροφή του κεφαλαίου. Επομένως, μια κυβέρνηση, ακόμη και με συμμετοχή του Κομμουνιστικού Κόμματος, σε αστικές συνθήκες, αντικειμενικά δεν μπορεί να εφαρμόσει πολιτική κόντρα στους νόμους που κινούν αυτή την κοινωνία, κόντρα στο νόμο του κέρδους. Να γιατί λέμε ότι η συμμετοχή του ΚΚΕ σε κυβέρνηση είναι στρατηγικό ζήτημα. Στην προκειμένη περίπτωση, συμμετοχή του ΚΚΕ σε κυβέρνηση και με το κράτος και την οικονομία στα χέρια των αστών σημαίνει ότι το ΚΚΕ αλλάζει στρατηγική και γίνεται κόμμα αστικής διαχείρισης, άρα απεμπολεί τον ταξικό πολιτικό αγώνα για να πάρει η εργατική τάξη την εξουσία, και υποτάσσει την ίδια την εργατική τάξη στους καπιταλιστές, και το κίνημά της σε μέσο διαιώνισης του καπιταλισμού. Γιατί μέσω αστικοκοινοβουλευτικών εκλογών ανατροπή του καπιταλισμού δε γίνεται. Με μια τέτοια ενέργεια θα καλλιεργούσε όμως αυτήν την αυταπάτη. Οχι συγκέντρωση των δυνάμεων για ρήξη - ανατροπή, αλλά εκλογές για ανάδειξη κυβέρνησης που θα διαχειρίζεται την καπιταλιστική κοινωνία για να εφαρμόζει τάχα πολιτική υπέρ της εργατικής τάξης, του λαού!...
Τα περί κρίκων και μεταβατικών στιγμών
Υπάρχουν
δυνάμεις που αυτοαποκαλούνται αριστερές όπως η ΚΟΕ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και
άλλες που έβαζαν το στόχο ανατροπής των αντιλαϊκών κυβερνήσεων με ένα
πρόγραμμα που δε θα είναι πρόγραμμα εργατικής εξουσίας, αλλά μιας
κυβέρνησης η οποία θα εφαρμόσει πρόγραμμα ανακούφισης του λαού, και
μάλιστα τη θεωρούσαν ως εφαλτήριο για την εργατική εξουσία ή μεταβατικό
στάδιο συγκέντρωσης των δυνάμεων για τη σοσιαλιστική επανάσταση.
Βεβαίως, στην πορεία η ΚΟΕ την εγκατέλειψε, γιατί αφομοιώνεται στο
ΣΥΡΙΖΑ, η δε ΑΝΤΑΡΣΥΑ εγκατάλειψε φραστικά την κυβέρνηση, χωρίς να
εγκαταλείψει την ουσία της. Για παράδειγμα, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην επιστολή της
προς το ΚΚΕ και το ΣΥΡΙΖΑ για συνεργασία των αριστερών δυνάμεων, που
δημοσίευσε το ΠΡΙΝ στις 11 Μάρτη 2012, έβαζε το ζήτημα ως εξής: «Οι
πολιτικοί "άξονες" για την κοινή αριστερή και αγωνιστική δράση που
προτείνει σε ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ, στην ανατρεπτική Αριστερά και σε όλα τα
αγωνιζόμενα ρεύματα και δυνάμεις, είναι οι παρακάτω: Ανατροπή των
μνημονίων, των κυβερνήσεων του κεφαλαίου, της ΕΕ και του ΔΝΤ. Παύση
πληρωμών προς τους πιστωτές, μη αναγνώριση και διαγραφή του χρέους.
Εθνικοποίηση - κρατικοποίηση όλων των τραπεζών και των μεγάλων,
στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων, χωρίς αποζημίωση, με εργατικό και
λαϊκό έλεγχο. Εξοδος από το ευρώ, την ΟΝΕ και την ΕΕ. Ριζική μείωση του
χρόνου εργασίας, σταθερή εργασία με αυξήσεις σε μισθούς, συντάξεις,
εισόδημα εργαζομένων και λαού σε βάρος των κερδών του κεφαλαίου»
προτείνοντας τη συγκρότηση «ενός αγωνιστικού μετώπου ρήξης και ανατροπής
της αντιδραστικής επίθεσης του κεφαλαίου, της ΕΕ, του ΔΝΤ και των
κυβερνήσεών τους».Ουσιαστικά, χωρίς να το λέει, πρότεινε μια κυβέρνηση διαχείρισης σε αστικά πλαίσια, μιλώντας ταυτόχρονα για «ρήξη και ανατροπή της αντιδραστικής επίθεσης του κεφαλαίου» αλλά αυτή η ρήξη έφτανε μέχρι την αναδιανομή «σε βάρος των κερδών του κεφαλαίου» και όχι κατάργησή τους. Αρα άφηνε άθικτη την ιδιοκτησία του κεφαλαίου. Ετσι όμως καλείς την εργατική τάξη, το λαό, με την ψήφο, να αναδείξουν μια κυβέρνηση που θα θεωρούν ότι είναι φιλολαϊκή, με την αυταπάτη οτι θα μπορεί εφαρμόζει πολιτική ενάντια στα κέρδη του κεφαλαίου, άρα υπονόμευσής του, αλλά αντικειμενικά δε θα μπορεί να το κάνει, άρα δε θα μπορεί να είναι φιλολαϊκή.
Προβάλλουν την άποψη ότι μια τέτοια κυβέρνηση, με το παραπάνω πλαίσιο ώς πρόγραμμα θα είναι σε όφελος της εργατικής τάξης, των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων, γιατί θα παλεύει να το εφαρμόσει, αλλά στην ανειρήνευτη ταξική αντίθεση «καπιταλιστές-εργατική τάξη», «μονοπώλια-λαός», η λύση υπέρ της μιας ή της άλλης τάξης σημαίνει σύγκρουση. Αρα απαιτεί ανάλογο συσχετισμό δυνάμεων. Που σημαίνει ότι αυτός ο συσχετισμός δυνάμεων έχει διαμορφωθεί μέσα από την ανάπτυξη της ταξικής πάλης υπέρ της εργατικής τάξης και του κόμματός της. Αρα θα έχει ήδη εκφραστεί μέσα από την ανάπτυξη της ταξικής πάλης στο εργατικό κίνημα. Δηλαδή οργανωμένη εργατική τάξη, σχεδόν καθολικά, συμμαχία με τα πρωτοπόρα τμήματα των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, όργανα πάλης της συμμαχίας, ανάπτυξη αγώνων με όρους μαζών σε αντιμονοπωλιακή αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, διαμορφωμένη δηλαδή συνείδηση και έκφραση στην πράξη, ανατρεπτική.
Υπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα έστω ενδείξεις οτι το εργατικό κίνημα, η ταξική πάλη αναδεικνύει μία τέτοια πραγματικότητα; «Είναι φανερό ότι οι αγώνες που αναπτύχθηκαν δεν μπόρεσαν να δώσουν μεγαλύτερο βάθος και σταθερότητα στο ριζοσπαστισμό, καθώς δεν απέκτησαν τη μαζικότητα και κυρίως την οργάνωση και τον πολιτικό προσανατολισμό που απαιτούν οι συνθήκες. Αν και το λαϊκό κίνημα στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια είχε σημαντική άνοδο και κινητοποιήσεις πανευρωπαϊκής απήχησης, δεν είχε ούτε τον προσανατολισμό ούτε τη μαζικότητα - οργανωτικότητα, ώστε άμεσα να απειλεί την αστική εξουσία του κεφαλαίου», εκτιμά η ΚΕ του ΚΚΕ στην Απόφαση για το εκλογικό αποτέλεσμα του Ιούνη. Και σ' αυτό δεν υπάρχει άλλη εκτίμηση.
Ορισμένοι «αριστεροί» μιλούν για την αναγκαιότητα προβολής του ζητήματος της κυβέρνησης σε αστικές συνθήκες και της κατάκτησής της ως μια «στιγμή» στη μεταβατική διαδικασία για την επανάσταση, για την εργατική εξουσία. Αυτή η τακτική είναι η ίδια που παρουσιάσαμε πιο πάνω με παράδειγμα την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Και είναι λογική που υποτάσσει τη στρατηγική στην εξυπηρέτηση ενός στόχου, συγκέντρωσης δυνάμεων στη γραμμή του ΚΚΕ λένε κάποιοι, αλλά τελικά οδηγεί στο ρεφορμισμό, αφού αντικειμενικά στο όνομα μιας εκλογικής αναμέτρησης καλείς την εργατική τάξη να επιλέξει κυβέρνηση αστικής διαχείρισης, δηλαδή συγκέντρωση δυνάμεων σε κυβέρνηση στα πλαίσια του καπιταλισμού. Αυτό απαντά και στην άποψη που λέει ότι ναι μεν η εποχή είναι εποχή του ιμπεριαλισμού, του ανώτατου σταδίου του καπιταλισμού, ναι μεν δεν υπάρχει ενδιάμεσος κοινωνικο-οικονομικός σχηματισμός, αλλά άλλο το αντικειμενικό στοιχείο με βάση το χαρακτήρα της εποχής, άλλο η πολιτική που θα ωριμάζει τον υποκειμενικό παράγοντα, δηλαδή τη συνείδηση της εργατικής τάξης και των συμμάχων της για την ανατροπή του καπιταλισμού. Και εδώ το ζήτημα της κυβέρνησης, λένε, είναι κρίκος. Αλλά είναι κρίκος ενίσχυσης του κυβερνητισμού και των αυταπατών ότι με κοινοβουλευτική διαδικασία μπορεί να γίνονται ρήξεις μέσα στον καπιταλισμό και μέσω αυτής της διαδικασίας στην πορεία να αφαιρεθεί η ιδιοκτησία και η εξουσία από τα μονοπώλια. Αντικειμενικά αυτός ο κρίκος είναι κρίκος υποβιβασμού της ταξικής συνείδησης και κατά συνέπεια ταξικής πάλης στο μέτρο και στο επίπεδο διατήρησης του συστήματος.
Ι.
Πηγή: Ριζοσπάστης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου